ΟΠΟΙΟΣ ΑΓΑΠΑΕΙ ΤΟ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟ ΑΓΑΠΑΕΙ ΚΑΙ Τ' ΑΓΚΑΘΙΑ ΤΟΥ
ΟΣΟ ΤΟ ΔΕΝΔΡΟ ΚΛΟΝΙΖΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΝΕΜΟΥΣ ΤΟΣΟ ΚΑΝΕΙ ΔΥΝΑΤΟΤΕΡΕΣ TIΣ ΡΙΖΕΣ ΤΟΥ

Σάββατο 26 Οκτωβρίου 2013

Η Μετάνοια  
(Αγίου Κυρίλλου Ιεροσολύμων)
 Η μετάνοια είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της πνευματικής ζωής. Η αναγνώριση της αμαρτωλότητός μας, ο πόνος επειδή πικράναμε τον Θεό, η απόφαση για μια αλλαγή και η καταφυγή στην εξομολόγηση αποτελούν την απαρχή της σωτηρίας μας.
Ο Τίμιος Πρόδρομος και ο ίδιος ο Κύριος άρχισαν το κήρυγμά τους καλώντας σε μετάνοια. Κανείς δεν μπορεί να σωθεί, αν δεν μετανοήσει. Μόνο με την μετάνοια ένας μεγάλος ληστής «λήστεψε» ακόμη και τον παράδεισο.
Είναι λοιπόν δαιμονική πλάνη να παραμελούν οι χριστιανοί την μετάνοια και την εξομολόγηση. Βέβαια, δεν αναφερόμαστε στην περίπτωση εκείνων, που ισχυρίζονται ότι δεν έκαναν τίποτε το αμαρτωλό, ή εκείνων που αυτοσχεδιάζουν τρόπους εξομολογήσεως, επειδή δεν θέλουν να ταπεινωθούν και να σκύψουν στο πετραχήλι του πνευματικού, όπως η θεόπνευστη εκκλησιαστική τάξη ορίζει.
Αναφερόμαστε κυρίως στην περίπτωση πολλών χριστιανών, που αρκούνται σε άλλα «θρησκευτικά καθήκοντα» ή σε μια συμμετοχή στο ιεραποστολικό έργο ή σε νεφελώδεις συζητήσεις με Γέροντες, χωρίς καμιά διάθεση να «φυλάξουν οδούς σκληράς». Έτσι πιστεύουν ότι κατακτούν κορυφές, ενώ πλανώνται σε θανατηφόρα τέλματα αμετανοησίας, αναισθησίας και ναρκισσισμού. 
Η αδιαφορία μας για μια αποφασιστική μετάνοια αποδεικνύεται ολοφάνερα από την ενασχόληση με την ζωή και τα σφάλματα των άλλων.
Είθε τα πολλά παραδείγματα μετανοίας, που αναφέρει ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων, να μας ανανεώσουν τον ζήλο για μια πραγματική μετάνοια. Είθε να μας βοηθήσουν στο να επισημαίνουμε και να εξομολογούμαστε χωρίς καμιάν επιφύλαξη ή συγκάλυψη ή δικαιολογία όλες τις μυστικές αρρώστιες, τις πληγές και τα πάθη που λυμαίνονται την ψυχή μας, για την καθαρότητα της οποίας έχυσε το αίμα Του ο Κύριος. Είθε, τέλος, η μικρή ντροπή που δοκιμάζουμε μπροστά στον Πνευματικό, να μας απαλλάξει από την απέραντη ντροπή μπροστά σε ανθρώπους και αγγέλους κατά την ώρα της Κρίσεως.
(Πρόλογος εκ της Ι. Μ. Παρακλήτου)
Φοβερό κακό και επικίνδυνη αρρώστια της ψυχής είναι η αμαρτία. Την απονευρώνει με δολιότητα και την παραδίνει παράλυτη στην αιώνια κόλαση. Είναι όμως κακό που εξαρτάται από την δική μας θέληση. Είναι καρπός της δικής μας προαιρέσεως.
Φοβερό κακό είναι η αμαρτία, αλλά όχι και αθεράπευτο. Το θεραπεύει εύκολα η μετάνοια. Όση ώρα κρατά κανείς στο χέρι του την φωτιά, οπωσδήποτε καίγεται. Μόλις όμως την τινάξει, παύει να καίγεται. Το ίδιο συμβαίνει και με την αμαρτία, γιατί είναι κι αυτή μια φωτιά που κατακαίει τον άνθρωπο. Για όσους μάλιστα δεν αισθάνονται αυτό το κάψιμο, λέει η Γραφή: «Μπορεί κανείς να βάλει φωτιά μέσα στον κόρφο του δίχως τα ρούχα του να κάψει;» (Παροιμ. 6:27).  
Στην αμαρτία σε σπρώχνει ο παγκάκιστος διάβολος. Σε σπρώχνει, μα δεν μπορεί να σε αναγκάσει ν’ αμαρτήσεις, αν εσύ αντιδράσεις. Δεν μπορεί να σε βλάψει, ακόμη κι αν χρόνια σε σκανδαλίζει, εάν εσύ έχεις την καρδιά σου κλειστή. Εάν όμως χωρίς αντίδραση δεχθείς κάποια κακή επιθυμία, που σου σπέρνει, θα σε αιχμαλωτίσει και θα σε ρίξει σε βάραθρο αμαρτιών. 
Ίσως όμως να πεις: «Είμαι δυνατός στην πίστη και δεν θα με κυριέψει η αισχρή επιθυμία, όσο συχνά κι αν την δεχθώ». Αγνοείς, φαίνεται, ότι και την πέτρα ακόμα κομματιάζει πολλές φορές μια ρίζα που είναι μέσα στη γη. Μη δέχεσαι λοιπόν τον σπόρο της αμαρτίας γιατί θα σου διαλύσει την πίστη. Ξερίζωσε το κακό, πριν ανθήσει, μήπως, δείχνοντας στην αρχή ραθυμία, αργότερα τιμωρηθείς και δοκιμάσεις το τσεκούρι και την φωτιά. Φρόντισε να θεραπευθείς εγκαίρως, όταν βρίσκεται στην αρχή η βλάβη του ματιού, για να μη γυρεύεις άσκοπα γιατρούς, όταν θα έχεις πια τυφλωθεί.
Ο διάβολος, που αμάρτησε πρώτος, δημιουργεί όλα τα κακά. Αυτό δεν το λέω εγώ, αλλά ο Κύριος: «Ο διάβολος αμαρτάνει εξαρχής» (Α' Ιω. 3:8). Κανείς δεν είχε αμαρτήσει πριν απ' αυτόν. Αμάρτησε ο διάβολος, χωρίς τίποτα να τον εξαναγκάσει, γιατί τότε υπεύθυνος για την αμαρτία θα ήταν ο Θεός. Απ’ Αυτόν πλάσθηκε αγαθός. Αμάρτησε όμως με την δική του προαίρεση, και, από το έργο του, ονομάστηκε «διάβολος». Γιατί, ενώ πρώτα ήταν αρχάγγελος, κατάντησε ύστερα να διαβάλει, δηλαδή να συκοφαντήσει το Θεό στους πρωτοπλάστους. Επίσης, ενώ στην αρχή ήταν πιστός υπηρέτης του Θεού, έπειτα έγινε σατανάς, δηλαδή εχθρός και αντίπαλός Του. Γιατί η λέξη «σατανάς» ερμηνεύεται «αντικείμενος», δηλαδή αυτός που βρίσκεται στην αντίθετη πλευρά, ο αντίπαλος.
 Ο διάβολος, μετά την πτώση του, οδήγησε πολλούς στην αποστασία. Αυτός σπέρνει τις αμαρτωλές επιθυμίες σε όσους τον ακολουθούν. Απ' αυτόν προέρχονται η μοιχεία, η πορνεία και κάθε άλλο κακό. Αυτός οδήγησε τον προπάτορα στην παρακοή και στην εξορία. Εξαιτίας του, ο Αδάμ αντί για τον παράδεισο, που καρποφορούσε θεσπέσιους καρπούς, κληρονόμησε την γη, που έβγαζε αγκάθια...
 
ΚΑΡΠΟΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ

1. Η Μετάνοια είναι η πνευματική ανάσταση του ανθρώπου, θαυμάζει ο Άγιος Ισαάκ, το μέγεθος της θείας αγάπης η οποία ανασταίνει το νεκρό άνθρωπο. Πόσο άμετρη είναι η χρηστότητα του Θεού. Εγείρει αυτόν που παρέβη την εντολή του και το βλαστήμησε. Ο αμαρτωλός δεν είναι ικανός να εννοήσει τη χάρη της αναστάσεως του. Αυτή η χάρις που μας ανάστησε μετά την αμαρτία είναι μεγαλύτερη από εκείνη τη χάρη, η οποία μας έφερε στην ύπαρξη από την ανυπαρξία.
2. Εν συνεχεία ο άνθρωπος αποκαθίσταται στην τάξη των υιών του Θεού και απολαμβάνει εκ νέου τη θεία υιοθεσία.
Τη δωρεά της θείας υιοθεσίας τη λάβαμε αρχικά με το βάπτισμα. Πρέπει λοιπόν, εάν με την αμαρτία χάσαμε τη χάρη της υιοθεσίας, να προστρέξουμε μετανοούντες στον Κύριο.
Ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς ερμηνεύοντας το λόγο του Χριστού προς το παραλυτικό, «Τέκνον, αφέονταί σοι αι αμαρτίαι σου» λέγει. Τι μακάρια ονομασία! Ακούει την προσφώνηση «τέκνον, και γίνεται υιός του ουράνιου Πατέρα και προσκολλάται στον αναμάρτητο Θεό, καθώς έγινε και αυτός αμέσως αναμάρτητος με την άφεση των αμαρτιών του.
Τέλος ο μετανοήσας, ως υιός πλέον αγαπητός του Θεού συμμετέχει στο Πατρικό τραπέζι και κοινωνεί της Θείας Αγάπης. Στην παραβολή του Ασώτου οι Θεοφόροι Πατέρες διακρίνουν τη χάρη των Αγίων Μυστηρίων με τα οποία ο άνθρωπος εισέρχεται στον Πατρικό Οίκο, στην Αγία Του Εκκλησία.
Η στολή φανερώνει το Άγιο Βάπτισμα, ο δακτύλιος τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, δηλαδή το Άγιο Χρίσμα και ο μόσχος ο σιτευτός τη Θεία Κοινωνία.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς γράφει ότι οι δούλοι του ουρανίου Πατρός είναι οι ιερείς, και με τα λόγια «εξενέγκατε τη στολή την πρώτη» τους παραγγέλλει να ενδύσουν τον πρώην άσωτο «με τη πρώτη στολή, δηλαδή την υιοθεσία, την οποία και πρωτύτερα είχε φορέσει δια του αγίου βαπτίσματος, ο δε μόσχος ο σιτευτός, τον οποίο προσφέρει ο Πατήρ, είναι ο Χριστός, το άμωμο σφάγιο -ο Αμνός ο οποίος θυσιάζεται για τους ανθρώπους και γίνεται τροφή των πιστών δια της Θείας Κοινωνίας.
Το σημαντικότερο έργο στη ζωή αυτή είναι το έργο της σωτηρίας μας. Η σωτηρία με κανένα άλλο τρόπο δεν επιτυγχάνεται παρά μόνο με την αληθινή μετάνοια, εξομολόγηση, τη διαρκή πάλη κατά των παθών. Ο Παράδεισος είναι γεμάτος από αμαρτωλούς που μετανόησαν.
Είναι για εμάς ανοιχτός ο Παράδεισος αρκεί να κάνουμε το πρώτο βήμα εμείς, το βήμα της μετανοίας, το οποίο εύχομαι σε όλους μας.
 
Μετάνοια

Αν θέλει ο άνθρωπος, μπορεί από την ανατολή ως τη δύση του ηλίου να φθάσει στην αγιότητα, έλεγε ο Μέγας Αντώνιος, διδάσκοντας του μαθητές του την δύναμη της μετάνοιας.
  Ένας νέος αξιωματικός που πριν από λίγο είχε οδηγηθεί στο δρόμο του Θεού κι ακόμα πάλευε με τη συνείδησή του, ρώτησε τον εξομολόγο του, αν πραγματικά, όπως του έλεγαν, δεχόταν ο Θεός τόσο εύκολα την μετάνοια του ανθρώπου.
-Αν κατά τύχη σκιστεί κάπου ο μανδύας σου, παιδί μου, του είπε εκείνος, τον βγάζεις αμέσως και τον πετάς, σαν άχρηστο;
-Όχι, δα, έκανε εκείνος. Τον ράβω και τον επιδιορθώνω, όσο βέβαια δέχεται επιδιόρθωση.
-Αν λοιπόν εσύ λυπάσαι το φόρεμά σου κι εύκολα δεν το πετάς, πως δε θα λυπηθεί ο Θεός το πλάσμα Του και δε θα κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να το διορθώσει; Είπε ο καλός Γέροντας κι ανάπαυσε το νέο.
 
Ένας αρχάριος Μοναχός πήγε στενοχωρημένος στον Όσιο Ποιμένα.
-Έπεσα σε μεγάλο σφάλμα, Αββά, του εξομολογήθηκε, και θέλω τουλάχιστον τρία χρόνια για να μετανοήσω.
-Είναι πολλά, του είπε ο Όσιος.
-Είναι αρκετοί τρεις μήνες, τότε;
-Και τόσο είναι πολύ, αποκρίθηκε ο Όσιος. Εγώ σου λέγω πως, αν ειλικρινά μετανοήσεις και πάρεις σταθερή απόφαση να μη επαναλάβεις ποτέ το ίδιο σφάλμα, σε τρεις μέρες σε δέχεται η αγαθότης του Θεού.
  Ένας Αδελφός εξομολογήθηκε στον Αββά Σισώη:
-Έπεσα, Πάτερ. Τι να κάνω τώρα;
-Σήκω, του είπε με τη χαρακτηριστική του απλότητα ο Άγιος Γέροντας.
-Σηκώθηκα, Αββά, μα πάλι έπεσα στην καταραμένη αμαρτία, ομολόγησε με θλίψη ο Αδελφός.
-Και τι σ’ εμποδίζει να ξανασηκωθείς;
-Ως πότε; Ρώτησε ο Αδελφός.
-Έως ότου σε βρει ο θάνατος ή στην πτώση ή στην έγερση. Δεν είναι γραμμένο «όπου ευρώ σε εκεί και κρίνω σε»; Εξήγησε ο Γέροντας. Μόνο εύχου στον Θεό να βρεθείς την τελευταία σου στιγμή σηκωμένος με την αγία μετάνοια.
 
«Αμαρτία προς θάνατον», γράφει ο Αββάς Μάρκος ο Ασκητής, είναι κάθε αμετανόητη αμαρτία. Ούτε αυτός ο Αγαθός και Φιλάνθρωπος Θεός συγχωρεί τον αμετανόητο αμαρτωλό.
  Οι τωρινοί άνθρωποι δε ζητούν το σήμερον, αλλά το αύριον για να μετανοήσουν, έλεγε άλλος Γέρων.
  Λένε πως ένας Αδελφός, κάθε φορά που οι λογισμοί του τον ξεγελούσαν και του έλεγαν, άφησε σήμερα και αύριο μετανοείς, εκείνος ο σοφός αποκρινόταν «Σήμερα θα δείξω με έργα τη μετάνοιά μου, όσο για αύριο, ας γίνει του Θεού το θέλημα».
 
Να τι διαβάζουμε στ’ «Ασκητικά» του μεγάλου διδασκάλου του ασκητισμού Ισαάκ του Σύρου:
«Με τα ίδια μέσα που έχασες το αγαθό, προσπάθησε πάλι να το αποκτήσεις. Χρυσάφι χρωστάς στον Θεό; Δε θέλει από σένα μαργαριτάρια. Τη σωφροσύνη σου έχασες; Δε σου γυρεύει ελεημοσύνη, αλλά τον αγιασμό του σώματός απαιτεί. Περιφρονείς την εντολή της αγάπης, νικημένος από το πάθος του φθόνου; Για ποιο λόγο πολεμάς τον ύπνο με αμέτρες αγρυπνίες ή αφανίζεις το σώμα σου με υπερβολική νηστεία; Αυτά δεν σου προσφέρουν καμιά ωφέλεια, δε γιατρεύουν τον φθόνο. Κάθε αρρώστια της ψυχής, όπως και του σώματος, χρειάζεται ειδικά φάρμακα και θεραπεία ανάλογη» 
  Οδοί Μετανοίας
Η περίοδος της Μ. Σαρακοστής, σαν άλλος ισχυρός προβολέας μας ακινητοποιεί στην αρετή της μετάνοιας. Και με πολλούς τρόπους μας υπενθυμίζει ότι αυτό είναι και το δικό μας ισόβιο ζητούμενο.
Φτωχοί και πένητες όλοι εμείς από ουσιαστικούς αγώνες και εμπειρίες μετάνοιας, δίνουμε το λόγο στο αηδόνι του Πνεύματος – τον άγιο Ιωάννη το Χρυσόστομο – για να μας χειραγωγήσει στους δρόμους της.
Ο ιερός Πατήρ διασαφηνίζει τον όρο της μετάνοιας, με τις λέξεις ιατρείο, ουράνιο δώρο, δύναμη, χωνευτήρι. Γράφει χαρακτηριστικά « Ἰατρείον γάρ ἐστιν ἀναιρετικόν τῆς ἁμαρτίας ἡ μετάνοια· δῶρον ἐστιν οὐράνιον, δύναμις θαυμαστή, χάριτι νικῶσα την τῶν νόμων ἀκολουθίαν. (…) Χωνευτήριον ἐστιν τῆς ἁμαρτίας ἡ μετάνοια ». (ΕΠΕ. Τομ. 30, σελ. 240).
Αναντίρρητη πραγματικότητα η αμαρτία στο μεταπτωτικό κόσμο μας. Αναγκαία και η λύτρωση και σωτηρία με την ειλικρινή μετάνοια.
«Σοφίας βυθός» και «ευστοχότατος ιατρός των ψυχών» ο ιερός Χρυσόστομος μας αποσπά από την απόγνωση και απελπισία – καταστάσεις που δεν αφήνουν τον πεσμένο να σηκωθεί – αλλά και από την αδιαφορία και περιφρόνηση – που μας κατεβάζουν από τον ίδιο τον ουρανό – με το να μας ξεδιπλώνει πολλούς και ποικίλους δρόμους της μετάνοιας
Έτσι μας αφαιρεί και την πρόφαση ότι δεν μπορούμε να μετανοήσουμε άρα και να σωθούμε, αφού με το πλήθος των «αρρήκτως συνδεομένων οδών τ ῆς μετανοίας» διευκολύνει την ανάβαση στον ουρανό.
Παίρνουμε πλέον την άκρη του νήματος των οδών.
« Ἔστι πρώτη μετανοίας ὁδός ἁμαρτημάτων κατάγνωσις »· « Λέγε γάρ σύ πρῶτος τάς ἁμαρτίας σου, ἵνα δικαιωθῇς » Γι’ αυτό και ο προφήτης είπε· « Εἶπα, ἐξαγορεύσω κατ’ ἐμοῦ τήν ἀνομίαν μου τῷ Κυρίῳ, καί σύ ἀφῆκας τήν ἀσέβειαν τῆς καρδίας μου » (ΕΠΕ. Τομ. 31, σελ. 92). Με αγιογραφική τεκμηρίωση ο ιερός Χρυσόστομος ως πρώτη «οδό μετανοίας» θέτει την εξαγόρευση των αμαρτημάτων. Ο Δαβίδ εξομολογήθηκε το διπλό θανάσιμο αμαρτημά του και συγχωρέθηκε από το Θεό.
Η πορεία της μετανοίας συνεχίζεται με το « πένθησον ἐπί τῇ ἁμαρτίᾳ » (ΕΠΕ. Τομ 30, σελ. 120). Η μετάνοια είναι κυρίως θλίψη, όχι τύψη. Το εύκολο της οδού υπογραμμίζει ο άγιος Ιωάννης, όταν ρωτά: « Ἠμαρτες; πένθησον, καί λύεις τήν ἁμαρτίαν. Ποῖος κάματος οὖτος; οὐδέν σε πλέον ἀπαιτῶ, ἤ τό πενθῆσαι τήν ἁμαρτίαν · οὐ λέγω σοι πελάγη τεμεῖν, οὔτε εἰς λιμένας καταγαγεῖν, οὔτε ὀδοιπορῆσαι, οὔτε ὁδόν ἄπειρον ἀπελθεῖν, οὔτε χρημάτων καταβολήν, οὔτε κυμάτων ἀγρίων ποιήσασθαι δίοδον », αλλά τι; Το « πένθησον ἐπί τῇ ἁμαρτίᾳ » (ΕΠΕ. Τομ. 30, σελ. 120).
Οι Νινευίτες πένθησαν και άλλαξαν το σχέδιο του Θεού. Βέβαια, το πένθος για τις αμαρτίες μας θα έχει μέτρο, γιατί η άμετρη λύπη, όταν περιτυλίγει την ψυχή, την πνίγει, όπως η θάλασσα και τα κύματα που υψώνονται από παντού καταβυθίζουν το σκάφος.
Υπάρχει και η συγγενής οδός του πένθους και των δακρύων. Όποιος θλίβεται για τις αμαρτίες του, αυθόρμητα αι κλαίει. Γι΄ αυτό και προτρέπει ο άγιος Ιωάννης: « σβέσωμεν τήν πυρκαϊάν τῶν ἁμαρτημάτων, οὐχ ὕδασι πολλοῖς, ἀλλά μικροῖς δάκρυσι. Τό γάρ δάκρυοιν ἀποπλύνει δυσωδίαν ἁμαρτίας. «Λούσω γάρ φησί ὁ Δαβίδ, καθ’ ἑκάστην τήν κλίνην μου, ἐν δάκρυσί μου τήν στρωμνήν μου βρέξω» (…). Διά τί οὖν προέταξε το «λούσω»; Ἵνα δείξῃ ὅτι λουτρόν ἐστί και καθάρσιον ἁμαρτημάτων τά δάκρυα » (ΕΠΕ. Τομ. 30, σελ. 266).
Και μπαίνουμε στην τέταρτη οδό: « Τό μή μνησικακεῖν τοῖς ἐχθροῖς, τό μή κρατεῖν ὀργῆς, τό ἀφιέναι τά συνδουλικά ἁμαρτήματα · οὔτω γάρ ἡμῖν ἀφεθήσεται καί τά εἰς τόν Δεσπότην γεγενημένα ». « Ἐάν γάρ ἀφῆτε». φησί, «τοῖς ὀφειλέταις ὑμῶν, καί ὁ Πατήρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος ἀφήσει ὑμῖν » (ΕΠΕ. Τομ 31, σελ. 94).
Ακολουθεί η Πέμπτη οδός μετανοίας: « Εὐχή ζέουσα καί ἀκριβής, καί ἀπό βαθυτάτης καρδίας τοῦτο ποιεῖν ». (ΕΠΕ. Τομ. 31, σελ 94). Καταφυγή λοιπόν στο μόνο Δυνατό και Πανάγαθο Κύριο για τα δικά μας και των αδελφών μας τα πταίσματα. Και σ’ άλλο σημείο προτρέπει ο ιερός πατήρ: « Να προσεύχεσαι κάθε ώρα και να μη λυποψυχήσεις προσευχόμενος, ούτε να ζητάς με αδιαφορία τη φιλανθρωπία του Θεού, και να είσαι σίγουρος ότι δε θ΄ αποστραφεί την επιμονή σου, αλλά θα συγχωρήσει τις αμαρτίες σου » (ΕΠΕ. Τομ. 31, σελ. 151)
Κι έπειτα το εγκώμιο της ελεημοσύνης, της έκτης οδού μετανοίας: « Μεγάλα τά πτερά τῆς ἐλεημοσύνης· τέμνει τόν ἀέρα, παρέρχεται τήν σελήνην, ὑπερβαίνει τάς ἀκτίνας τοῦ ἡλίου, εἰς αὐτάς ἀνέρχεται τάς ἀψῖδας τῶν οὐρανῶν. Ἀλλ’ οὔτ’ ἐκεῖ ἵσταται, ἀλλά καί τόν οὐρανόν παρέρχεται καί τούς δήμους τῶν ἀγγέλων παρατρέχει καί τούς χορούς τῶν ἀρχαγγέλων καί τάς ἀνωτέρας πάσας δυνάμεις καί αὐτῷ παρίσταται τῷ θρόνῳ τῷ βασιλικῷ · καί ἐξ αὐτῆς διδάχθητι τῆς Γραφῆς τοῦτο λεγούσης · “Κορνήλιε, αἱ προσευχαί σου καί αἱ ἐλεημοσύναι σου ἀνέβησαν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ” » (ΕΠΕ. Τομ. 30, σελ. 138).
Και επεξηγεί ο ιερός Χρυσόστομος, ότι το «ενώπιον του Θεου» σημαίνει ότι τόση είναι η συνηγορία και παρρησία της ελεημοσύνης, που σβήνει όλα τα αμαρτήματα.
Και είναι λογικό· στα σπλάχνα οικτιρμών που ζητάμε από το Θεό για τα δικά μας αμαρτήματα, οφείλουμε να καταθέσουμε και τη δική μας ευσπλαχνία προς τους συνανθρώπους μας.
Αναφέρεται και έβδομη οδός μετανοίας: Η ταπεινοφροσύνη. « Ταπεινοφρόνησον, καί ἔλυσας τάς σειράς τῶν ἁμαρτιῶν » (ΕΠΕ. Τομ. 30, σελ. 126). Η περίπτωση του Τελώνη στην Ευαγγελική περικοπή, παρέχει την αγιογραφική θεμελίωση του λόγου.
Οπωσδήποτε αυτός που βαδίζει τους αλληλοεξαρτώμενους δρόμους της μετάνοιας έχει παντοτινές συνοδοιπόρους του τη νηστεία –ως εγκράτεια παθών–, τη συνεχή ευχαριστία στο Φιλάνθρωπο Κύριο και τη μνήμη των αμαρτιών του.
Και καταλήγει ο άγιος: « Μή τοίνυν ἄργει, ἀλλά πάσας ταύτας καθ’ ἑκάστην ὅδευε τήν ἡμέραν · καί γάρ εὔκολοι αἱ ὁδοί… » (ΕΠΕ. Τομ. 31, σελ. 96). Και γίνονται «εύκολοι αι οδοί της μετανοίας»όταν σαν γενναίοι στρατιώτες σκεφτόμαστε τα τρόπαια και τις νίκες, χωρίς να προσέχουμε τα «τραύματα και τις σφαγές».
Εξάλλου ο καιρός προχωρεί βιαστικά. Ταξιδεύουμε και βρισκόμαστε στο πέλαγος της ζωής και των αγώνων της Μ. Σαρακοστής. Στόχος μας δεν είναι να προσαράξουμε στο λιμάνι της Μ. Εβδομάδας ή της Βασιλείας του Θεού χωρίς εμπόρευμα. Επιδιώκουμε, πλούσιοι σε μετάνοια, το Πάσχα του Κυρίου να εορτάσουμε και στο Μυστικό Θείο Δείπνο να συμμετάσχουμε για τώρα και για πάντα.

ΠΕΡΙ ΒΑΠΤΙΣΜΑΤΟΣ & ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ

Η μετάνοια και αρχή είναι και μεσότης και τέλος της διαγωγής των Χριστιανών. Γι' αυτό και ζητείται και χρεωστείται τόσο προ του βαπτίσματος όσο και κατά το άγιο βάπτισμα, καθώς και μετά το άγιο βάπτισμα.
Ζητείται η μετάνοια από μας με λόγο κατά το θείο βάπτισμα με τις ερωταποκρίσεις για την απέναντι στο Θεό αγαθή συνείδηση, καθώς και συμφωνία και υπόσχεση θεάρεστης ζωής και θεοφιλούς βίου. Διότι αφού πιστεύσαμε, συντασσόμαστε με τον αγαθό και φιλάγαθο Χριστό, απομακρυνόμενοι από το πονηρό και παμπόνηρο εχθρό.
Ερωτώμενοι οι ίδιοι ή δια των αναδόχων, όπως γίνεται στα βαπτιζόμενα νήπια, αφού πιστεύσαμε, δεχθήκαμε εσωτερικά και συμφωνήσαμε στη διάνοια. Και δεχόμαστε τη σωτηρία δια του λουτρού της παλιγγενεσίας.
Επειδή δε στο Θείο αυτό λουτρό οι περισσότεροι είναι νήπιοι και δεν αντιλαμβάνονται τη δύναμη του μυστηρίου, ας τη φανερώσωμε.
Όταν μάθει ο ιερέας ότι προσήλθε ο βαπτιζόμενος, αναπέμπει ευχαριστία στο Θεό και συγκαλεί όλους να συνεορτάσουν, δηλαδή την Εκκλησία. Αφού σταθεί στην ιερά τράπεζα ευχαριστώντας το Θεό μετά εξέρχεται στα δυτικά και ρωτά δημόσια τον βαπτιζόμενο αν αποτάσσεται το Σατανά, ζητώντας του να φυσίξει τρείς φορές. Η διεύθυνση του προσώπου στα δυτικά δηλώνει την αποτροπή της αμαρτίας και το φύσημα εκπνέοντας είναι σαν κατά κάποιο τρόπο να πετά προς το διάβολο την από τη προηγούμενη αμαρτία γενόμενη μέσα του διάθεση.
Η τριπλή ομολογία της αποταγής σημαίνει βέβαια την από τον αντικείμενο στο Θεό βεβαία και ολοκληρωτική φυγή. Κατόπιν ο βαπτιζόμενος στρέφεται στα Ανατολικά απλώνοντας τα χέρια ψηλά και με ερωταποκρίσεις ζητάται τρεις φορές, να συνταχθεί με το Χριστό. Η προς το Θείο φως ανάβλεψη υπαινίσσεται την φυγή από τη κακία, η δε ανάταση των χεριών δείχνει την ειλικρινή προσευχή και η τριπλή ομολογία παριστάνει την εμπέδωση της υποσχέσεως προς το Θεό. Στη συνέχεια ο ιερέας τον σφραγίζει τρεις φορές με το άγιο έλαιο της χρίσεως σε ολόκληρο το σώμα. Η χρίσις αυτή δηλώνει την ετοιμασία προς τους ιερούς αγώνες και μετά την ιερά αλοιφή οδηγείται στην ιερά κολυμβήθρα που έχει προκαθαγιασθεί με πολυειδείς και πανίερες πράξεις. Εκεί ο ιερέας τον βαπτίζει με τρεις καταδύσεις, εκφωνώντας σε κάθε κατάδυση τη κάθε μία από τις τρεις προσκυνητές υποστάσεις.
Το νερό βέβαια είναι για καθαρισμό των σωμάτων, αλλά με την επερχόμενη εορτή των Φώτων κατέρχεται σε αυτό να βαπτισθεί ο Χριστός, ο ιατρός των ψυχών. Και έτσι μαζί με τον εαυτό Του ο Χριστός, ο πατέρας των πνευμάτων, ο αίρων την αμαρτία του κόσμου, ενοικίζει στο νερό τη χάρη του παναγίου Πνεύματος που έλκυσε από πάνω.
Έτσι ώστε για τους έπειτα κατά το παράδειγμά του βαπτιζομένους, όταν κατέρχονται στο νερό της κολυμβήθρας να βρίσκεται ο ίδιος μέσα σε αυτό περιβάλλοντάς τους απορρήτως με το Πνεύμα του και γεμίζοντάς τους με την καθαρκτική και φωτιστική χάρη των λογικών πνευμάτων. Είναι αυτό που λέγει ο θείος Πάυλος: <<όσοι βαπτισθήκατε στο όνομα του Χριστού, ενδυθήκατε το Χριστό>>.
Οι τρείς καταδύσεις στο νερό γίνονται μεν για τη σωστική επίκληση της ζωαρχικής Τριάδος, εικονίζουν δε τη τριήμερη ταφή του Κυρίου. Δηλώνουν συνάμα και την ανάσταση του τριμερούς της ψυχής από την αμαρτία και την επάνοδο του νου, της ψυχής και του σώματος μαζί, προς την αφθαρσία. Ώστε μέσα στο θείο βάπτισμα και ο θάνατος να βλέπεται και η ζωή, η ταφή και η ανάσταση μαζί. Αφού με το θείο βάπτισμα πεθάναμε στην αμαρτία και οφείλουμε να ζούμε με την αρετή για το Θεό.
Γι' αυτό και ο ιερέας, αφού ντύσει τον βαπτισθέντα με λευκή φωτοειδή στολή και τον χρίσει με θείο μύρο (που είναι η σφραγίδα της υιοθεσίας) και τον καταστήσει κοινωνό του σώματος και αίματος του Χριστού, τον απολύει δεικνύοντας ότι έγινε από εδώ τέκνο φωτός, σύσσωμος με το Χριστό και μέτοχος του θείου Πνεύματος.
Μετά το θείο βάπτισμα επιζητούνται τα έργα της μετανοίας, γιατί αν απουσιάζουν αυτά, τότε ο λόγος της υποσχέσεως προς το Θεό όχι μόνο δεν ωφελεί, αλλά και καταδικάζει τον άνθρωπο. 'Οπως λέγει ο απόστολος Πέτρος: <<καλύτερο θα ήταν να μην είχαν γνωρίσει την οδό της δικαιοσύνης παρά αφού την γνώρισαν, να εγκαταλείψουν τη παραδοθείσα σε αυτούς αγία εντολή>>.
Αλλά επειδή αρχή και τέλος της κατά Χριστό διαγωγής είναι η μετάνοια, γι' αυτό και ο πρόδρομος του Κυρίου και βαπτιστής Ιωάννης, ως αρχή της κατά το Χριστό διαγωγής, κήρυττε με τους λόγους, το μετανοείτε γιατί πλησίασε η βασιλεία των ουρανών. Μάλιστα και ο ιδιος ο Κύριος, η τελειότης κάθε καλού, με το ίδιο κήρυγμα ξεκίνησε τους λόγους του. Μετάνοια δε είναι το να μισήσει κανείς της αμαρτία και να αγαπήσει την αρετή, να αποφύγει το κακό και να εκετελεί το αγαθό. Να μεταμελήται ενώπιο του Θεού με συντετριμμένη καρδιά και να προσπίπτει στο πέλαγος της ευσπλαχνίας του, κατακρίνοντας τον εαυτό του με καρπούς μετανοίας. Ποιούς δηλαδή;
Πρώτα την εξομολόγηση των αμαρτιών, όπως τους οδηγούσε ο Πρόδρομος του Κυρίου. Έπειτα τη δικαιοσύνη, την ελεημοσύνη, τη μετριοφροσύνη, την αγάπη, την αλήθεια. Να μην εκβιάζετε μήτε να συκοφαντήτε και γενικά να μη κάνετε τίποτε διαφορετικό από όσα έχετε διδαχθεί. (Λουκά 3,11-14). Επίσης έλεγε ο Πρόδρομος τα στραβά να γίνουν ίσια, στραβό είναι το ψεύδος, ο δόλος, η διαβολή. Οι τραχείς δρόμοι θα γίνουν ομαλοί, τραχύς δρόμος είναι η οργή, το μίσος, ο φθόνος, η μνησικακία, τα οποία ισιώνται όλα και ομαλύνονται, μεταβαλλόμενα με τα έργα της μετανοίας.
Ενώ ο Ιωάννης τα έλεγε αυτά, ο Ιησούς έρχεται σε ηλικία τράντα ετών, όπως ιστόρησε ο Λουκάς (3,16) σαν ένας από τον όχλο με τίποτε το διαφορετικό, με λιτότητα και εσχάτη ευτέλεια και αφάνεια. Ο πρόδρομος όμως με το διορατικό Πνεύμα τον γνώρισε και έλεγε: <<στέκεται ανάμεσά μας αυτός που εσείς δεν τον γνωρίζετε, αυτός που ενώ είναι έπειτα από εμένα (ως προς την κατά σάρκα γέννηση), ήταν πρώτος μου (ως Θεός και Λόγος και Υιός Θεού, που γεννήθηκε προ αιώνων από το Θεό Πατέρα) και του οποίου δεν είμαι ικανός να λύσω το λουρί του υποδήματός του. Υπόδημα του Λόγου του Θεού είναι η σάρκα και λουρί είναι ο τρόπος της συνάφειας μεταξύ της Θεότητας και της σάρκας, που ως απόρρητο μυστήριο δεν είναι ικανός να λύσει και διευκρινήσει ούτε ο ίδιος που είναι κατά τη γνώμη του Χριστού ο υψηλότερος ανάμεσα στα γεννήματα των γυναικών. (Ματθ. 11,11).
Και στη συνέχεια αρνήθηκε να βαπτίσει το Κύριο από ταπείνωση λέγοντάς του ότι εγώ έχω ανάγκη να βαπτισθώ από σένα. Ο Χριστός του είπε: <<άφησε τώρα, έτσι πρέπει να γίνει σε μας, να εκπληρώσουμε τη δικαιοσύνη>>. Διότι έχοντας δεχθεί από σένα το βάπτισμα φανερά θα ελκύσω από άνω το πνεύμα της υιοθεσίας πάνω σε αυτή.
Μέγα και υψηλό είναι το μυστήριο του βαπτίσματος του Χριστού, δυσθεώρητο και δυσερμήνευτο, αλλά επειδή είναι εξαιρετικά σωτήριο ας το ανιχνεύσουμε όσο είναι εφικτό.
<<Καί νά, με το να αναδυθεί μόνο, του ανοίχθηκαν οι ουρανοί>>. Δεν είπε ο ουρανός, αλλά οι ουρανοί, δηλαδή όλοι, όλα τα επάνω από εμάς επικείμενα. Γαια να δειχθεί φανερώτατα ότι αυτός είναι που και προ των ουρανών υπάρχει και πριν από όλα τα όντα και είναι Θεός και είναι Θεού Λόγος και Υιός, μόνο αυτός παρουσιαζόταν συνημμένος με τον Πατέρα και το Πνεύμα. Με την έκφραση ανοίχθηκαν μας έδειξε ότι οι ουρανοί ήσαν κλειστοί προηγουμένως λόγω της αμαρτίας και της παρακοής μας προς το Θεό. Ο δε Λουκάς λέγει ότι όταν βαπτίσθηκε και προσευχόταν ο Ιησούς, ανοίχθηκε ο ουρανός. Διδασκόμεθα από αυτό ότι όχι μόνο ο ιερέας και τελεστής των μυστηρίων πρέπει να προσεύχεται, αλλά και ο τελούμενος. Αν ο τελεστής είναι τελειότερος κατά την αρετή, ανεβαίνει η χάρη προς τον τελούμενο, αν όμως ο τελούμενος είναι αξιώτερος ο θελητής του ελέους (τί άφατη χρηστότης κι' αυτή) δεν αρνείται να μεταδώσει δι' αυτού από τη χάρη και στον τελεστή! Όπως και τώρα έγινε φανερά στη περίπτωση του Ιωάννη, όπως και ο ίδιος μαρτυρεί δημόσια λέγοντας ότι όλοι λάβαμε από το πλήρωμά του. Και ανοίχθηκαν οι ουρανοί μόνο στον Ιησού όταν προσευχόταν και σε κανένα από τους προ αυτού. Γιατί; Για να κατανοήσεις το ύψος της υπεροχής του τώρα βαπτιζομένου. Όχι μόνο του ανοίχθηκαν οι ουρανοί, αλλά ο ίδιος ο κόλπος του υψίστου Πατρός, διότι από εκεί ήλθε το Πνεύμα και η φωνή που μαρτυρούσε τη γνησιότητα της υιότητος.
Οι ουρανοί είναι κήρυκες σαν παγκόσμια στόματα και προς τους αγγέλους, αλλά και προς τους ανθρώπους διατρανώνοντας την ομοτιμία του Υιου του Θεού προς τον ουράνιο Πατέρα και προς το από αυτόν προελθόν εκπορευτώς Πνεύμα, κατά την ουσία και δύναμη και δεσποτεία προς το σύμπαν. Βλέπετε ότι το άγιο βάπτισμα είναι η πύλη των ουρανών που εισάγει εκεί τους βαπτιζομένους; Και είδε ο Ιωάννης το Πνεύμα του Θεού να κατεβαίνει σαν περιστερά και να έρχεται σε αυτόν. Μαρτυρεί το περιστέρι τη καθαρότητα αυτού προς τον οποίο κατέβηκε, γιατί δεν πετά πάνω από ακάθαρτους και δυσώδεις τόπους. Συνεπιβεβαιώνει δε και με τη φωνή του Πατρός από άνω ότι αύτός είναι ο υιός μου ο αγαπητός, τον οποίο επέλεξα.
Πραγματικά ο Πατέρας χρησιμοποιώντας σαν δάκτυλο το συναϊδιο και ομοούσιο και υπερουράνιο Πνεύμα του, φωνάζοντας και δακτυλοδεικτώντας μαζί, απέδειξε δημόσια και κήρυξε σε όλους ότι ο βαπτιζόμενος τότε από τον Ιωάννη στον Ιορδάνη είναι ο αγαπητός του Υιός. Και έδειξε ότι όλα εκείνα τα άλλα που ελέχθηκαν πρωτύτερα δια των προφητών, οι νομοθεσίες, οι επαγγελίες, οι υιοθεσίες απέβλεπαν προς τον τωρινό σκοπό, προς την θεανδρική οικονομία. Ευδοκία είναι το κυριαρχικό και αγαθό και τέλειο θέλημα του Θεού. Αυτός δε είναι ο μόνος στον οποίο ευδοκεί και επαναπαύεται και αρέσκεται τελείως ο Πατέρας, <<ο θαυμαστός του σύμβουλος, ο άγγελος της μεγάλης βουλής του>>, αυτός που ακούει και ομιλεί από τον Πατέρα του και παρέχει στους ευπειθείς ζωή αιώνια. Αυτήν είθε να πετύχωμε όλοι μας μέσα σε αυτόν τον βασιλέα των αιώνων Χριστό, που του πρέπει κάθε δόξα τιμή και προσκύνηση μαζί με τον άναρχο Πατέρα και το πανάγιο και αγαθό και ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε. Γένοιτο.

 Η αληθινή μετάνοια
ΜΟΝΑΧΟΥ ΜΩΥΣΕΩΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ 
 
       Συμβαίνει, αγαπητοί μου, λέγει ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, συχνά ο άνθρωπος στον κόσμο να φοβάται πολύ. Φοβάται μη αρρωστήσει, μη πάθει κάτι άσχημο, μη του κάνουν κακό, μη δεν επιτύχει, μη δεν προοδεύσει, μη εκτεθεί, μη δεν τιμηθεί, μη δεν αναγνωρισθεί. Για τη σωτηρία της αθάνατης ψυχής του δεν πολυνοιάζεται, δεν φοβάται, δεν αγωνιά, μόνο ελπίζει στον Πολυεύσπλαχνο Θεό, αν βέβαια πάλι νοιάζεται και ενδιαφέρεται. Δεν αγαπά πολύ τη σωτηρία του φαίνεται σήμερα ο άνθρωπος. Γιατί άραγε; Τί είναι αυτό που τον κάνει ν' αμαρτάνει εύκολα και να μετανοεί δύσκολα; Είναι τόσο δύσκολο ν' αλλάξει ο άνθρωπος; Είναι υποτιμητικό να ζητήσει συγχώρεση; Είναι αναξιοπρεπές να ταπεινωθεί; Τον ομιλητή παρακαλώ καλείσθε ν' ακούσετε ως αδελφό σας, ως συναγωνιστή και όχι σαν αυστηρό δάσκαλο. Θα προσπαθήσει ν' απαντήσει στα βασικά και καίρια παραπάνω ερωτήματα. Θα χρησιμοποιήσει προς τούτο την απαράμιλλη Αγία Γραφή, τη θεοκίνητη Πατρολογία και τον μυροβόλο Συναξαριστή.
       Το κήρυγμα της Εκκλησίας είναι, θα πρέπει πάντα να είναι, περί μετανοίας. Αυτό ήταν το κήρυγμα όλων των προφητών της Π. Διαθήκης έως του Τιμίου Προδρόμου, αυτό ήταν και του Χριστού. Η μετάνοια δημιουργεί το κατανυκτικό κλίμα της ελεύσεως της βασιλείας του Θεού, της θεωρίας του Θεού, της συναντήσεως με Αυτόν. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ο Αγιορείτης, ο διαπρύσιος κήρυκας της χάριτος και του φωτός, λέγει χαρακτηριστικά πως η αληθινή μετάνοια είναι αρχή, μέση και τέλος της εν Χριστώ πνευματικής ζωής. Όλοι μα όλοι έχουμε ανάγκη μετανοίας, γιατί ουδείς αναμάρτητος. Η πνευματική ζωή αρχίζει οπωσδήποτε με τη μετάνοια. Το έργο της δεν παύει ποτέ. Ο Μ. Βασίλειος λέγει πως όλος ο ανθρώπινος βίος είναι προς μετάνοια. Ο ατελής άνθρωπος θέλει συνεχή αγώνα για να πλησιάσει τον Παντέλειο Θεό. Ατέλεστος η τελειότητα θα πει ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης. Δεν υπάρχουν νιρβάνα στην Ορθοδοξία, όπου παύεις τον αγώνα και επαναπαύεσαι μακάρια. Ο αγώνας είναι έως του τάφου, ασταμάτητος, αδιάκοπος.
       Ο μεγάλος δογματικός πατήρ της Εκκλησίας μας άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέγει πως μετάνοια σημαίνει επάνοδο από το παρά φύση στο κατά φύση και όδευση προς το υπέρ φύση. Είναι πορεία από το κατ' εικόνα στο καθ' ομοίωση.
       Ο Αδάμ πλάσθηκε από τον Πανάγαθο Θεό κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσή Του. Το κατ' εικόνα του δόθηκε αμέσως. Το καθ' ομοίωση θάπρεπε όμως να το καλλιεργήσει ελεύθερα και φιλότιμα ο ίδιος με τη συνεργία βέβαια της Θείας Χάριτος. Η κατάκτηση του καθ' ομοίωση αποτελεί τον αγιασμό, τη χαρίτωση, την τελείωση, τη θέωση. Ο Αδάμ πριν την πτώση είχε την άνεση να συνομιλεί με τον Θεό συνέχεια. Είχε καθαρότητα, φωτεινότητα, απλότητα, ταπεινότητα. Μετά την πτώση διαταράχθηκε αυτή η σχέση η ωραία. Σκοτείνιασε ο νους του, θόλωσε, αμαυρώθηκε. Ο ακάθαρτος νους δεν μπορεί να είναι δεκτικός της θείας Χάριτος.
       Η αμαρτία αποτελεί παρά φύση κίνηση, που δεν επιφέρει απλά στον Αδάμ τη στέρηση της κοινωνίας του με τον Θεό, αλλά δεν μπορεί τώρα πλέον η θεία ενέργεια νάναι καθαρτική, φωτιστική και θεοπτική. Ο παρασυρμός του Αδάμ από την Εύα και της Εύας από τον δαίμονα επέφερε τη στέρηση της θείας Χάριτος. Πώς θα επανέλθουν στο πρωτόκτιστο κάλλος; Μόνο διά της μετανοίας. Η μετάνοια η αληθινή είναι δυνατή να θεραπεύσει, να καθαρίσει, να επαναφέρει στην προπτωτική κατάσταση. Η θεόσδοτη και θεοδώρητη μετάνοια είναι ικανή να ξεσκοτεινιάσει τον νου, να καθαρίσει την καρδιά και την πνευματική όραση. Ο όσιος Ιωάννης της Κλίμακος τονίζει πως η μετάνοια δύναται να επαναφέρει τον μετανοούντα σε μεγαλύτερη καθαρότητα και από την πριν της αμαρτίας κατάσταση.
Κατά τον άγιο Μακάριο τον Αιγύπτιο ο Αδάμ με το να υπακούσει στον δαίμονα, αποδυναμώθηκε αλλά δεν καταστράφηκε τελείως. Κέντρο του τώρα γίνεται ο εαυτός του κι όχι ο Θεός του. Η βάση της αμαρτίας κατά τον μακαριστό Γέροντα Ιουστίνο Πόποβιτς είναι να γίνουμε θεοί δίχως Θεό, μόνοι μας. Η αυτοθέωση αυτή είναι αντίθεη, αντίχριστη, δαιμονιώδης. Πουλήθηκε στον δαίμονα ο Αδάμ, κάνοντας κακή χρήση της ελευθερίας του, και ο δαίμονας τώρα τον κάνει ότι θέλει. Τάχασε ο Θεός με τον άνθρωπο, λέγει κάπου ο Μ. Αθανάσιος, δεν περίμενε ότι θα βγούμε τόσο σκάρτοι. Ο άγιος Μακάριος συνεχίζει: Τη μέρα που ο Αδάμ έπεσε, ήλθε ο Θεός στον Παράδεισο και έκλαψε για το κατάντημά του. Προτίμησε το κακό αντί του αγαθού, τη ντροπή από τη δόξα, το σκοτάδι από το φως. Ο Αδάμ παρέσυρε όλο το ανθρώπινο γένος στην κακία.
       Η συνάντηση της ψυχής με την αμαρτία γεννά τα πάθη. Η τροπή αυτή δεν έχει επιβληθεί, είναι εντελώς εκούσια, αποτέλεσμα της πλήρους ελευθερίας. Η κακία είναι ξένη στη φύση της ψυχής. Η αμαρτία διάβρωσε την ψυχή, την αποδυνάμωσε. Η συνήθεια της αμαρτίας είναι ως πορνεία με τον δαίμονα κατά τον έξοχο όσιο Μακάριο. Τα πάθη κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά είναι δαιμονοκίνητα. Η παραμονή της αμαρτίας τυφλώνει την ψυχή, τη σκοτεινιάζει, την αρρωσταίνει, την τραυματίζει, τη θανατώνει. Στην κατάσταση αυτή εμπαίζεται από τους μισάνθρωπους δαίμονες. Ο αμαρτωλός, κατά τον άγιο Γρηγό­ριο τον Παλαμά, είναι κατά ένα τρόπο δαιμονισμένος. Η ψυχή δεν ταυτίζεται με την αμαρτία και ποτέ δεν γίνεται ένα με αυτή. Η παράβαση του Αδάμ έδωσε δικαίωμα στον δαίμονα να κτυπήσει και να σκοτίσει το νου του ανθρώπου, που είναι το βασιλικό μέρος της ψυχής, ο ηγεμόνας νους που ορά τον Θεό κατά τους αγίους πατέρες.
       Έτσι ο ηγεμόνας νους γίνεται δούλος της αμαρτίας. Τον κυριεύουν τότε άτοποι, ακάθαρτοι, πονηροί λογισμοί. Ασχολείται μόνο με τα κοσμικά, τα γήινα, τα φθαρτά. Λησμονά να προσεύχεται. Δεν αισθάνεται την ανάγκη. Ενίοτε τον ελέγχει η μνήμη ή η παρου­σία του Θεού τον αμαρτωλό άνθρωπο. Σκανδαλίζεται με την Εκκλησία, αγαπά πιο πολύ τον κόσμο. Τον αιχμαλωτίζει το κακό. Τότε νομίζει πως ζει. Κυκλοφορεί νεκρός, νεκρός ψυχικά.
       Το κακό είναι ηθελημένο, επιλεγμένο και πραγματούμενο εκούσια από τον άνθρωπο. Η βούληση του ανθρώπου είναι κύρια υπεύθυνη για κάθε αμαρτία. Αναίτιος του κακού η θεία αυτοαγαθότητα λέγει ο Μ. Βασίλειος. Κανένα κακό έξω από την προαίρεση του ανθρώπου δεν υπάρχει, λέγει ο αββάς Ισαάκ. Ο Αδάμ είναι ο κύριος υπεύθυνος για την παράβαση ως αυτεξούσιος και τέλεια ελεύθερος. Η πτώση μόλυνε τον Αδάμ. Ο Χριστός λέγει ν' αρνηθούμε το θέλημά μας, να το υποτάξουμε, να το νεκρώσουμε και έτσι αυξάνουμε στην αρετή.
       Η αμαρτία είναι παράλογη, αφύσικη, αντίθεη και δημιουργεί αποσύνθεση της ανθρώπινης προσωπικότητος και αποσύνδεση από τον Θεό. Η αμαρτία είναι θα λέγαμε η λογική του δαίμονα, που είναι ιδιαίτερα ύποπτος, ύπουλος, πονηρός, πανούργος, τεχνίτης, πλάνος, ευφυής, έμπειρος και μεγάλος απατεώνας. Με την πτώση του ο Αδάμ παρέλαβε τη φθαρτότητα και τη θνητότητα.
       Η Ενανθρώπηση του Χριστού θέωσε την ανθρώπινη φύση. Με τον Σταυρό και την Ανάσταση νίκησε τον θάνατο. Τ' άγια Μυστήρια και ιδιαίτερα η θεία Ευχαριστία μας αθανατίζει. Από τα παραπάνω νομίζουμε πως διαφάνηκε πως η μετάνοια δεν είναι απόφαση στιγμής, προσωρινή αλλαγή δοκιμαστική, ψυχολογική ανανέωση, απλή νομική πράξη, ηθικιστική διόρθωση και επιπόλαιο πείραμα, αλλά πράξη γενναία ζωής, ακολούθηση ορθού βίου, ήθους και ύφους, εκκλησιολογικής, υγιούς, γνήσιας, ανόθευτης, ιερής και ωραίας νοηματισμένης βιοτής. Η αποτυχία του Αδάμ είναι διδακτική. Η ακραιφνής οδός της μετανοίας στηρίζεται στ' απαραίτητα στάδια: κάθαρσης, φωτισμού και θέωσης.
       Μετάνοια αληθινή σημαίνει όχι απλά απομάκρυνση της αμαρτίας αλλά μίσος της αμαρτίας και τρυφερή αγάπηση των ένθεων αρετών. Μόνος ο άνθρωπος είναι αδύναμος να το καταφέρει. Έτσι συνδράμει ουσιαστικά ο ίδιος ο Χριστός, ο Θεάνθρωπος. Όσο αγαπάμε τον Χριστό τόσο βοηθούμεθα να μισούμε την αμαρτία. Η σύνδεση του ανθρώπου με τον Χριστό δημιουργεί προσωπική αναγέννηση, απαλλαγή από τη ρίζα του κάκου, την εωσφορική υπερηφάνεια, και στολισμό της ψυχής από την υψοποιό ταπείνωση. Ο μετανοημένος πιστεύει, αγαπά και ελπίζει.
       Η μετάνοια είναι βασική και μεγάλη αρετή, πάνω στην οποία οικοδομείται η πνευματική ζωή του πιστού. Ο μετανοημένος μόνο μπορεί να επικοινωνεί με τον Θεό. Πρόκειται για μεγάλο δώρο του Θεού στον άνθρωπο. Του Θεού που δεν παύει ποτέ ν' αγαπά, να εμπνέει, να μη ξεσυνερίζεται τον αγνώμονα αμαρτωλό. Είναι μια τρανή ακόμη απόδειξη της άφατης και φιλόστοργης φιλανθρωπίας του Παναγάθου Θεού Πατέρα και Πλάστη. Δεν απομένει από το ν' αποδεχθεί αυτόβουλα την πρόκληση και πρόσκληση προς απόλαυση των πολλών αγαθών της μετάνοιας. Η αντίδραση, η αντίθεση και η απόδραση του ανθρώπου από το ευγενές αυτό προσκλητήριο τον καταταλαιπωρεί.
       Καρποί άξιοι της μετανοίας κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά είναι η εξομολόγηση, η ελεημοσύνη, η δικαιοσύνη, η αγάπη, η ταπείνωση. Οι αρετές αποτελούν αναμφισβήτητα σημαντικό έργο της εν Χριστώ ζωής και συνδράμουν στη σωτηρία του ανθρώπου. Δίχως μετάνοια κανείς δεν μπορεί να σωθεί. Ο καταπληκτικός όσιος Ιωάννης της Κλίμακος λέγει πως αρχή μετάνοιας είναι η αποχή του κακού και η αρχή της μετάνοιας είναι αρχή της σωτηρίας μας. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς πάλι λέγει πως η μετάνοια αρχίζει με την αυτομεμψία, την εξομολόγηση, την απομάκρυνση από τις κακίες. Δεν μπορεί ποτέ κανείς, λέγει, να προχωρήσει και προοδεύσει πνευματικά στα υψηλά και τέλεια αν δεν αγγίξει την αρχή των αρετών. τη μετάνοια.
       Μετά τη Σάρκωση του Υιού και Λόγου του Θεού και το Θείο βάπτισμα ο πιστός είναι υπεύθυνος ο ίδιος αν θ' ακολουθήσει τον Χριστό ή τον δαίμονα. Ο Αδάμ προσκλήθηκε και παρακλήθηκε από τον Θεό επίμονα να μετανοήσει και να παραμείνει οικήτορας του έξοχου κήπου της Εδέμ. Δεν θέλησε όμως να πει το «ήμαρτον» καθόλου, λέγει ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος. Ο ειλικρινά μετανοών παρουσιάζει λοιπόν διάθεση και στάση εντελώς αντίθετη από αυτή του αμετανόητου και τελικά δυστυχισμένου Αδάμ. Ο μετανοών θα πρέπει να πιστεύει στον Θεό, να έχει φόβο Θεού, ν' απαρνηθεί ότι τον χωρίζει από τον Θεό εκούσια και να λυπηθεί για την πρότερη κατάσταση που λύπησε και τον Θεό. Λυπάται λοιπόν ο μετανοημένος ειλικρινά. Δεν άγχεται, δεν φοβάται, δεν είναι τρομοκρατημένος, θυμωμένος με τον εαυτό του, δεν είναι ταραγμένος, δεν έχει ενοχές, δεν τον κυνηγούν Ερινύες. Αν είναι έτσι δεν είναι σωστή η μετάνοιά του. Παρουσιάζεται να είναι θιγμένος ο εγωισμός του, να έχει εκτεθεί, ρεζιλευθεί και ντροπιασθεί ανεπανόρθωτα. Δεν αισθάνεται διόλου έτσι ο πραγματικά μετανοημέ­νος.
       Η μετάνοια είναι βάπτισμα μετά το βάπτισμα, χάρη μετά τη χάρη. Η μετάνοια συνυφαίνεται με την εξομολόγηση και απαλλάσσεται ο εξομολογούμενος από το βάρος το κουραστικό των αμαρτιών. Η εμμονή στη μετάνοια θερμαίνει την πίστη και αυξάνει την ταπείνωση, κατά τον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο. Τότε, λέγει, αληθινά ευτυχούμε γινόμενοι θεοχαρίτωτοι, αγιοπνευματικοί. Είμασθε με τον Θεό, όπως ήταν ο Αδάμ στον παράδεισο της τρυφής, προγευόμαστε την ανεκλάλητη χαρά της βασιλείας των ουρανών, διατηρώντας γνήσιο ταπεινό φρόνημα, κατάνυξη, κατά Θεόν πένθος, καρδία καθαρή, πράττοντας πρόθυμα έργα μετανοίας, ευάρεστα στον Θεό.
       Είπαμε πως η μετάνοια είναι διαρκής. Ο άγιος Συμεών μάλιστα λέγει πως και αν χίλια χρόνια ζήσουμε στη γη, ποτέ δεν θα μπορέσουμε τέλεια να κατανοήσουμε τη μετάνοια, αλλά καθημερινά να βάζουμε αρχή σε αυτή και ν' αγωνιζόμεθα. Ο όσιος Ιωάννης της Κλίμακος τη θεωρεί αναβαπτισμό, νέα συνθήκη με τον Θεό, ενδυνάμωση κατά της απελπισίας, λογισμός αυτοκριτικής και αυτοκατάκρισης, εμπιστοσύνη στον Θεό και απόλυτη ελπίδα, συνδιαλλαγή και αγαθοεργία, καθαρή συνείδηση, υπομονή στις θλίψεις, αντοχή στη νηστεία, νέκρωση του παλαιού εαυτού. Η μετάνοια κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά δεν εξαντλείται στο μίσος της αμαρτίας αλλά και στην αγάπη της αρετής.
       Πώς θα μετανοήσει κανείς; Πώς θ' αρχίσει; Χρειάζεται να ξαποστάσει κατ' αρχάς, να ξελαχανιάσει από το καθημερινό τρεχαλητό, το κυνηγητό της ηδονής, να στραφεί προς τα μέσα του, να κινηθεί από τη συνεχή ετεροπαρατήρηση στην αυτοπαρατήρηση, από το κουτσομπολιό των πάντων στη συνομιλία με τον άγνωστο εαυτό του. Να σκύψει λίγο μέσα του, να σκάψει εντός του, να δει τις δυνάμεις, τις δυνατότητες, τα όρια, τις αντοχές, τα δοθέντα τάλαντα. Χρειάζεται περισυλλογή, αυστηρός αυτοέλεγχος, επιείκεια και κατανόηση των άλλων. Να βρούμε τα ποσοστά της προσωπικής μας ευθύνης. Να μη τα ρίχνουμε εύκολα και γρήγορα πάντα μόνο στους άλλους. Απλά και ειλικρινά, τίμια και δίκαια πρέπει και αξίζει να οδηγηθεί ο εαυτός μας, που συνηθίζει να ξεγλυστράει σαν χέλι, να παραδεχθεί την αμαρτωλότητά του. Να θελήσει γενναία, ηρωικά και παλληκαρίσια ν' αναχωρήσει ανεπίστροφα από την αμαρτία. Να μη επωάζει πια μνήμες και φιλεπίστροφους λογισμούς στα πρότερα, τ' άχαρα, τ' αμαρτωλά, τ' ανέντιμα της προηγούμενης ζωής.
       Όλ' αυτά φυσικά γίνονται ελεύθερα και αυτοπροαίρετα και δεν υπάρχει κανένα νόημα σε κανενός είδους εξαναγκασμό. Ποτέ δεν επιτρέπεται να εκβιάσουμε κάποιον να εξομολογηθεί. Η εξομολόγηση εμπνέεται και είναι ιερό μυστήριο και πράξη ελευθερίας. Προηγείται της μετάνοιας η επίγνωση της αμαρτίας, η συνειδητοποίηση της αμαρτωλότητος. Ακο­λουθεί η λύπη για την αμαρτία. Έπεται η εξομολόγηση, με καρδιά συντετριμμένη και πνεύμα τεταπεινωμένο, δέηση για συγχώρεση και άφεση και απόφαση υποσχετική για μόνιμη αποχή από το κακό. Ελεύθερα και αυτόβουλα επιλέγει ο αμαρτωλός τη μετάνοια και πλουτίζει από τ' αγαθά της ειρήνης. Πάντα ιδιαίτερα με προβληματίζει ο λόγος ενός σύγχρονου, σοφού κι ενάρετου Αγιορείτου: Πολλοί εξομολογούνται, λίγοι μετανοούν!
       Η μετάνοια έχει οπωσδήποτε καθαρά προσωπικό χαρακτήρα. Ο καθένας μετανοεί για τον εαυτό του. Στην εξομολόγηση ο εξομολογούμενος καταθέτει την προσωπική του ευθύνη. Δεν αναλύει πόσο κακοί είναι οι άλλοι που δεν τον καταλαβαίνουν και πόσο άστατος ο κόσμος που τον κουράζει. Η μετάνοια δεν έχει σχέση με την επιφάνεια αλλά με το βάθος. Δεν στηρίζεται τόσο στα λόγια αλλά στις πράξεις. Η ευσέβειά μας, λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, δεν μένει στα λόγια αλλά στα πράγματα. Η μετάνοια ελευθερώνει και δεν υποδουλώνει τον άνθρωπο. Όσο ο πιστός βαθαίνει στη μετάνοια τόσο περισσότερο αισθάνεται την αγάπη του Θεού και βιώνει την ελευθερία.
       Μετανοεί ο χριστιανός γιατί ελπίζει ότι θα λάβει από τον Θεό τη συγχώρηση κι έτσι είναι στην πραγματικότητα. Παραδεχόμενος ειλικρινά την αμαρτωλότητά του ο άνθρωπος αναγνωρίζει και ομολογεί την αδυναμία του. Η γνώση της αδυναμίας είναι δύναμη. Η παραδοχή της ήττας είναι νίκη. Η δίχως δικαιολογίες συναίσθηση της παραβατικότητος, ανυπακοής και καταχρήσεως της ελευθερίας οδηγεί στη μετάνοια. Η έξοδος του Αδάμ από τον παράδεισο επήλθε λόγω της αμετανοησίας του. Φθάνουν μάλιστα οι άγιοι πατέρες να λέγουν ότι ο Αδάμ έχασε τον παράδεισο όχι λόγω της συγκεκριμένης αμαρτίας του αλλά λόγω των δικαιολογιών του. Αν απροφάσιστα και ντόμπρα παραδεχόταν το σφάλμα του θα τον συγχωρούσε ο Θεός και θα παρέμενε στον παράδεισο. Έτσι φθάνει ο μακαριστός Γέροντας Παΐσιος ο Αγιορείτης να λέγει τον φοβερό λόγο: Όποιος συνέχεια δικαιολογείται έχει Γέροντά του τον δαίμονα!
       Ελπίζοντας στην αγάπη του Θεού ο πιστός και πιστεύοντας στη συγχώρεση αναγνωρίζει ότι ο Παντοδύναμος Θεός μπορεί να τον ελεήσει και να τον δε­χθεί ως τον άσωτο της παραβολής. Η μετάνοια όμως θα πρέπει να υπάρξει σε αυτή τη ζωή. «Ιδού νυν καιρός ευπρόσδεκτος, ιδού νυν ημέρα σωτηρίας». Η αναβλητικότητα είναι ένα από τα πιο πονηρά παιχνίδια του δαίμονα. Ο Γέροντας Τύχων ο Ρώσος, ο Αγιορείτης, έλεγε πολύ χαριτωμένα: Η κόλαση είναι καλά στρωμένη από «θα»! Κατοικείται από ανθρώπους καλών προθέσεων και ωραίων, μακρυνών σχεδίων. Η μετάνοια επαναφέρει, επανορθώνει, ανορθώνει. Αν επιτρέπεται, όλα επιτρέπονται εκτός από την απελπισία. Ο δαίμονας επισταμένως εργάζεται να μας οδηγήσει στην απόγνωση. Αφού συνέχεια πέφτουμε στα ίδια και τα ίδια, ποιος ο λόγος να συνεχίσουμε ν' αγωνιζόμαστε; Ο θεοφόρος άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής λέει: Η αμαρτία μαυρίζει, η μετάνοια ασπρίζει. Καμιά αμαρτία δεν είναι μεγαλύτερη της αγάπης του Θεού. Όλα συγχωρούνται αρκεί ο άνθρωπος έγκαιρα και έγκυρα να μετανοήσει. Ο μετανοών αμαρτωλός είναι πάντοτε συμπαθής, ο αμετανόητος πεισματάρης και θεληματάρης απομακρύνει τη θεία χάρη και βρίσκεται σε δύσκολη θέση.
       Οι νηπτικοί πατέρες συνδυάζουν πάντοτε με τη μετάνοια την κατάνυξη, την οποία θεωρούν απαραίτητη όσο τ' οξυγόνο. Ο άγιος Συμεών συνδυάζει την κατάνυξη με τα θερμά δάκρυα και την αγαθοεργία, διά των οποίων καθαίρεται ο άνθρωπος. Η κατανυκτική προσευχή έχει δάκρυα, αυτά όμως είναι άκοπα, θερμά και γλυκά. Δεν είναι αποτέλεσμα συναισθηματικών καταστάσεων και νοσηρών φαντασιών ενός στραπατσαρισμένου εγωισμού και μιας κακομοίρικης ψευδοαμαρτωλότητος και νόθας μηδαμινότητος. Όσο ο άνθρωπος αμαρτάνει σκληραίνει, πωρώνεται, δεν δακρύζει εύκολα. Όσο ο άνθρωπος μετανοεί, χύνει δάκρυα, σπάει ο πάγος, φανερώνεται η επίσκεψη της θείας χάριτος. Τέλος, δακρύζει ενθυμούμενος την αγάπη του Θεού, τις πρεσβείες των αγίων, ιδιαίτερα της Θεοτόκου. Τα δάκρυα της χάριτος καμιά σχέση δεν έχουν με τα φυσικά δάκρυα λέγει ο πάντοτε ευκατάνυκτος όσιος Εφραίμ ο Σύρος. Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος λέγει η σκληροκαρδία θα μαλαχθεί με δάκρυα, η καρδιά θα ταπεινωθεί με δάκρυα, η ένωση με τον Θεό θα γίνει με δάκρυα, η γνώση του Θεού είναι αδύνατον να επιτευχθεί δίχως δάκρυα.
       Ο πρώτος Αδάμ, κατά τον αββά Δωρόθεο, απογύμνωσε τον άνθρωπο από τις πνευματικές δυνατότητες της «κατ' εικόνα» Θεού υπάρξεώς του, γιατί επέλεξε την υπερηφάνεια και όχι τη μετάνοια. Ο τέλειος άνθρωπος και τέλειος Θεός Χριστός, ο δεύτερος Αδάμ, κάλυψε τη γύμνωσή του, τούδωσε τη δύναμη ν' ανθίσταται στην αμαρτία και ν' αγαπά την αρετή. Η μετάνοια συνδράμει σημαντικά να γνωρίσουμε τον πραγματικό εαυτό μας με την όλη νηπτική εργασία και όχι να θεωρούμε, να νομίζουμε ή να φανταζόμαστε κάτι άλλο από αυτό που είμαστε στην πραγματικότητα. Η βίωση της μετάνοιας διασφαλίζει την αυθεντικότητα των αρετών του ανθρώπου, τις οποίες αρμολογεί, συνέχει και συντηρεί η πάντα απαραίτητη, γνήσια ταπείνωση.
       Οι κατά το μυστήριο της εξομολογήσεως κανόνες - επιτίμια, όταν τίθενται από τον πνευματικό, δεν έχουν ποτέ τον νομικό χαρακτήρα, εκδικήσεως του παραβάτη, τιμωρίας του αμαρτωλού, εξιλεώσεώς του προς ικανοποίηση του προσβληθέντος Θεού, όπως θεωρούν οι Λατίνοι. Τα επιτίμια είναι φάρμακα προς θεραπεία. Χρειάζεται μεγάλη διάκριση, γνώση, σοφία, τέχνη, προσοχή, προσευχή. Χρειάζεται ανάλογα η αυστηρότητα ή η επιείκεια και η κατάλληλη οικονομία. Όχι πάντα αυστηρότητα, όχι πάντα οικονομία. Ο κύριος θεραπευτής είναι ο Χριστός. Ο ιερεύς είναι διάκονος των μυστηρίων του Χριστού. Η άφεση όμως των αμαρτιών γίνεται διά του πετραχηλιού του έγκυρου, κανονικού ιερέως, που θα πρέπει να στολίζεται από εμπειρία, προς διάκριση των πνευμάτων. Θα πρέπει νάχει ο πνευματικός κοινωνία με τον Θεό ο ίδιος, για να οδηγήσει και αυτούς που τον πλησιάζουν σε Αυτόν.
       Είναι σημαντική οπωσδήποτε η συνδρομή του πνευματικού πατέρα στην ανόρθωση του πνευματικού τέκνου. Η μεγάλη μάχη όμως πρέπει να πούμε δίνεται εντός του ίδιου του ανθρώπου. Θα πρέπει ν' απομακρυνθεί από τη δουλεία των παθών, να ενισχυθεί από τις ευχές της Εκκλησίας και ν' αγωνισθεί υπομονετικά και επίμονα για την απαλλαγή από τις αμαρτωλές ενθυμήσεις, μνήμες και προσβολές, αγαπώντας όλο και πιο πολύ τον Χριστό. Θα πρέπει να φτιάξουμε, κατά τον Γέροντα Παΐσιο, ένα εργοστάσιο καλών λογισμών. Ο πνευματικός συνδέει το τέκνο του πιο πολύ με τον Χριστό και λιγώτερο με τον εαυτό του. Προσεύχεται γι' αυτό, ακόμη και όταν παρακούει, ίσως τότε πιο πολύ. Η υπακοή εμπνέεται, δεν επιβάλλεται. Η υπακοή δεν έχει σχέση με τη στρατιωτική πειθαρχία. Η υπακοή βοηθά στην ταπείνωση, στην εκκοπή του νοσηρού ιδίου θελήματος.
       Ο ανυπάκουος, ο αυθαιρετών, αυτός που πράττει ό,τι νομίζει, ό,τι τον συμφέρει, ό,τι τον αναπαύει, έχει πρόβλημα, πρέπει να προσεχθεί ιδιαίτερα. Έχει αρχίσει να χάνει τον προσανατολισμό του, νάχει μια μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του, νάναι ένας μικρός ή μεγάλος Φαρισαίος. Η υπακοή στον πνευματικό πρέπει νά­ναι αβίαστη, ελεύθερη, πρόθυμη, φιλότιμη, ευχάριστη. Χρειάζεται αγώνας για νάναι έτσι. Η υπακοή από μόνη της δεν λέει πολλά πράγματα. Θα πρέπει να συνδυάζεται με την καθαρή προσευχή και τη συνειδητή και εμπροϋπόθετη συμμετοχή στ' άγια μυστήρια και ιδιαίτερα της θείας Ευχαριστίας. Η υπομονή στους πειρασμούς ενδυναμώνει τον αγώνα, ωριμάζει πνευματικά και καλλιεργεί ψυχικά τον ταπεινό αγωνιστή.
       Ο άνθρωπος της μετανοίας αγαπά την άσκηση, αντιμετωπίζει μ' εγρήγορση και γνώση τις παραχωρούμενες για καλό δοκιμασίες. Ο ειλικρινά μετανοημένος δεν έχει ψυχολογικά προβλήματα μειονεξιών, διχασμών, ανικανοποίητων και ανολοκλήρωτων καταστάσεων, συναισθηματικών ασταθειών, φοβιών, καχυποψιών και λοιπών κουραστικών παρόμοιων πραγμάτων. Ο μετανοημένος άνθρωπος του Θεού αγαπά τον Θεό και τον συνάνθρωπο, ταπεινώνεται, χαίρεται μυστικά, δοξολογεί, ευχαριστεί και ευγνωμονεί τον Θεό.
       Ο πνευματικός πατέρας μπορεί να μη είναι άγιος και τέλειος και κάπου να σφάλλει κιόλας, όμως πρέπει να γνωρίζει τις θεραπευτικές μεθόδους των παθών καλά, ώστε να μη ταλαιπωρεί τους προσερχόμενους με λαθεμένες διαγνώσεις και οδηγίες. Συντείνει βεβαίως ιδιαίτερα στη βοήθειά του η ειλικρίνεια και η μετάνοια του εξομολογούμενου. Έτσι πνευματικός κανείς καθίσταται κυρίως όταν τον διακρίνει αυτή η εμπειρία, που πάντοτε δεν υπάρχει με τη μεγάλη ηλικία. Ο επίσκοπος θα πρέπει να γνωρίζει επίσης πολύ καλά ποιους τοποθετεί σε αυτή τη διακονία και να είναι βαθύς γνώστης των διαχρονικής αξίας Ιερών Κανόνων της Εκκλησίας μας.
       Ο επιφανής π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος, κάτοχος άριστος του Πηδαλίου, έλεγε: Οι Ιεροί Κανόνες δεν είναι κανόνια! Και ο σοφός π. Ιωάννης Ρωμανίδης, έλεγε: Μαχαίρι κρατά και ο ιατρός και ο κρεοπώλης... Ο σκοπός των Ιερών Κανόνων, κατά τον μητροπολίτη Ναυπάκτου Ιερόθεο, είναι η βίωση της αποκαλυπτικής αλήθειας της πίστεως και η πνευματική αναγέννηση των ανθρώπων. Πνευματική αναγέννηση δεν σημαίνει απλά προσωπική πρόοδο του χαρακτήρα μας, αλλά εκκλησιοποίηση του ανθρώπου.
       Οι Ιεροί Κανόνες συνδράμουν στην επαναφορά του μετανοούντος αμαρτωλού στην ευθεία, τη μεσότητα, την Ορθόδοξη πλεύση.
       Το Πηδάλιο στα χέρια ενός αδιάκριτου πνευματικού πατέρα θα μπορεί να δημιουργήσει και συντρίμια. Ο προσευχόμενος, δηλαδή θεολόγος, και με διάκριση πνευματικός είναι απαραίτητο να μπορεί να διακρίνει το θεϊκό από το δαιμονικό, το αγγελικό από το ανθρώπινο, το πνευματικό από το υλικό, το ψυχικό από το σωματικό, το ψυχολογικό από το νευρολογικό, το ψυχιατρικό από το νευρικό, το αγχωτικό από το ανυπόμονο και πολλά άλλα παρόμοια. Η αδιακρισία θα δημιουργήσει σύγχυση και αυτή σοβαρή πνευματική ζημιά, που μπορεί πολύ να ταλαιπωρήσει και τον εξομολόγο και τον εξομολογούμενο.
       Ο πνευματικός πρέπει να γνωρίζει τον εαυτό του, τις δυνατότητές του, τις αρμοδιότητές του και το μέτρο των καθηκόντων του. Να μη θέτει δυσβάστακτα φορτία στους ανθρώπους και λυγίσουν και αποθαρρυνθούν και απογοητευθούν. Δεν είναι για όλους πάντοτε όλα. Ιδιαίτερα εδώ χρειάζεται μία εξατομικευμένη ποιμαντική. Ακόμη σ' ένα αρχάριο δεν πρέπει να παρουσιάζονται υψηλές καταστάσεις, που αδυνατεί τώρα ν' ανέλθει. Η σύγχυση της ακριβούς διαγνώσεως, π.χ. ένα πρόβλημα ψυχολογικό να θεωρηθεί ως δαιμονισμός, μπορεί όπως είπαμε να δημιουργήσει μεγαλύτερες περιπλοκές, καθυστερήσεις και ταλαιπωρίες. Καλό θα ήταν ο κάθε εξομολόγος να ήταν και Γέροντας, δηλαδή πνευματικός καθοδηγητής. Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι στον κόσμο μπορούν απόλυτα να μεταφερθούν τα μοναχικά πράγματα και οι νέοι ή οι οικογενειάρχες ν' ακολουθούν ένα απαράβατο κανόνα υπακοής και στις λεπτομέρειες κατά τις προτιμήσεις του πνευματικού. Ή να χρησιμοποιεί και εκμεταλλεύεται κατά διάφορους γνωστούς τρόπους ο πνευματικός τα πρόσωπα που η χάρη του Θεού φέρνει στο άγιο πετραχήλι του. Ο πνευματικός οπωσδήποτε και ποτέ δεν είναι παντογνώστης και αλάθητος. Γι' αυτό δεν θα πρέπει νάχει γνώμη επί παντός επιστητού. Θα πρέπει να περιορίζεται στο καθαρά πνευματικό του έργο. να μορφώσει Χριστό στις καρδιές των τέκνων του. Ο πνευματικός ο καλός σέβεται πάντοτε την ελευθερία του τέκνου του, ακόμη και όταν ελεύθερα του την προσφέρει εκείνο. Με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος αγωνίζεται να θεραπεύσει τον μετανοημένο και όχι να τον κάνει οπαδό, που θα τον φοβάται, θα τον κολακεύει, θα τον χειροκροτεί, θα τον ακολουθεί παντού και πάντοτε.
       Αντιλαμβάνεσθε πόσο σπουδαία είναι η εξεύρεση ενός διακριτικού πνευματικού προς ορθή καθοδήγηση μακρυά από υπερβολές, ακρότητες, συναισθηματισμούς και νοσηρότητες. Η αγωγή που δίδει ο πνευματικός συνδράμει στο ξεκαθάρισμα πολλών πραγμάτων, στην είσοδο στην ουσία της πνευματικής ζωής, στη γνώση ότι η Εκκλησία μας δεν είναι ένας ωραίος και ιερός έστω θρησκευτικός οργανισμός, ένα σωματείο κοινωνικής αλληλεγγύης, ένας χώρος όπου περνάμε ευχάριστα, αποδεχόμενοι, συζητώντας και χαμογελώντας συνέχεια, όπου ικανοποιούνται συναισθήματα και καταξιωνόμαστε. Η Εκκλησία είναι το σώμα του ζώντος Χριστού, η κοινωνία των αγίων, η μόνη οδός θεώσεως των μετανοούντων.
       Οπωσδήποτε η Εκκλησία είναι και πνευματικό θεραπευτήριο και πνευματική οικογένεια και ο σημερινός κυνηγημένος και ανέραστος άνθρωπος μέσα στις δύσκολες και μαζοποιημένες κοινωνίες έχει ανάγκη από την ανεύρεση της μοναδικότητος του ιερού προσώπου του και την αληθινή επικοινωνία. Ο πνευματικός πατέρας είναι απαραίτητος. Την ανάγκη του κόσμου θα εκπληρώσουμε όταν είμεθα καθαροί, τίμιοι, αγαθοί και ταπεινοί. Δεν μπορεί ένας να είναι πνευματικός και να μη έχει πνευματικό.
       Το θαυματουργό και ιαματικό μυστήριο της μετανοίας πολλοί άνθρωποι, ακόμη και πιστοί εξομολογούμενοι, συχνά δεν το μεταχειρίζονται σωστά, ώστε τελικά να μένουν αθεράπευτοι. Η κάθε αμαρτία είναι μία μικρή επανάσταση του ανθρώπου κατά του Θεού, διαχωρίζεται από Αυτόν, απομακρύνεται, φεύγει από τη χάρη της Εκκλησίας, αποξενώνεται, τελικά νεκρώνεται. Η αμαρτία αυτοκαταστρέφει, απομονώνει και στενοχωρεί τον άνθρωπο. Η μετάνοια, όπως είπαμε, είναι μία διορθωτική πράξη, επαναφέρει, αποκαθιστά στην αρχαία ωραιότητα. Μερικοί δεν γνωρίζουν, λένε, γιατί να μετανοήσουν. Το πρόβλημα είναι σοβαρό. Έχουν αμβλυνθεί φοβερά τα κριτήρια. Η θεωρούμενη ελευθερία έχει εξασθενήσει ηθικά, τρομερά τον σύγχρονο άνθρωπο. Η μετάνοια δεν μπορεί να εξαντλείται σε μία εντελώς τυπική εξομολόγηση πριν τις μεγάλες εορτές, με το ξεμπέρδεμα των θρησκευτικών μας καθηκόντων και την κατάθεση του βάρους μας για να ξαλαφρώσουμε ψυχικά. Η μετάνοια είναι ριζική αλλαγή όλης της ζωής, αναποδογύρισμα, επανατοποθέτηση, επαναπροσανατολισμός, άρνηση και μίσος του κακού, πλήρης αλλαγή νοοτροπίας, αγάπη ολοκάρδια του αγαθού και πιστή και υπομονετική ακολούθησή του.
       Η μετάνοια δεν τελειώνει σε μία εξομολόγηση με λίγα έστω δάκρυα. Η μετάνοια δεν είναι αστραπή ή φωτοβολίδα, αλλά συνεχές, επίπονο έργο ζωής. Η εξομολόγηση δεν είναι πάλι απλή διαλογική συζήτηση, λύση αποριών, τυπική εξαγόρευση δυσκολιών που έχουμε με τους άλλους, που δεν μας καταλαβαίνουν και δεν μας αγαπούν τόσο. Η εξομολόγηση δεν γίνεται από καλή συνήθεια, για το καλό, για το έθιμο, από φόβο μη μας τιμωρήσει ο Θεός και λοιπά. Η εξομολόγηση είναι βαθειά ανάγκη της μετανοημένης ψυχής, ταπεινή κατάθεση του βάρους των πλημμελημάτων.
       Δεν είναι σωστό ν' αλλάζει κανείς συνέχεια πνευματικούς. Να έχει συγχρόνως δύο πνευματικούς. Να λέγει λίγα εδώ και λίγα εκεί. Τούτο φανερώνει μεγάλη πνευματική ανωριμότητα, επιπολαιότητα και αστάθεια. Θέλει μια κάποια προετοιμασία η εξομολόγηση. Μη ζητώντας τον τέλειο και άγιο πνευματικό δεν πάμε καθόλου. Η αγιότητα δεν είναι μεταδοτική. Ο πιο άγιος πνευματικός δεν μπορεί να μας κάνει τίποτε αν δεν αγωνισθούμε. Μη νομίζουμε ότι ανεβαίνουν οι πνευματικές μετοχές μας με το να έχουμε ονομαστούς πνευματικούς, μάλλον αυξάνονται οι υποχρεώσεις μας και θα πρέπει να ελεγχόμεθα. Καλό είναι να ζητάμε το καλό και το τέλειο, όχι όμως να πάσχουμε ως ατελείς και δεινοί ευσεβιστές. Μη φοβόμαστε να παραδεχθούμε την ήττα μας, την αδυναμία μας, την αμέλειά μας.
       Δεν θα κατακριθούμε γιατί πέσαμε, αλλά γιατί δεν σηκωθήκαμε. Μόνο ο δαίμονας έπεσε και δεν σηκώθηκε ποτέ. Δεν θα κολασθούμε, αδελφοί μου, γιατί αμαρτήσαμε, αλλά γιατί δεν μετανοήσαμε. Η υγιής παραδοχή της αμαρτωλότητός μας είναι πολύ σημαντική. Όλοι οι άγιοι της Εκκλησίας αυτή την παραδοχή είχαν μόνιμα. Αυτό το συντετριμμένο πνεύμα πρέπει πάντοτε να υπάρχει στην καρδιά του μετανοούντος χριστιανού, πολύ περισσότερο κατά την ώρα της εξομολογήσεως. Μη αναμένουμε ανακριτικές ερωτήσεις, μη φοβόμαστε, μη δειλιάζουμε, μη ντρεπόμαστε, μη αναβάλλουμε, μη θεωρούμε αμαρτίες μόνο τον φόνο και την κλοπή. Ούτε αδιάφοροι ούτε σχολαστικοί, ούτε φοβισμένοι ούτε ξεθαρρεμένοι. Θα μπορούσε κανείς πολλά να πει επί του σοβαρού αυτού θέματος. Ας παρακαλέσουμε τον Θεό να μας φωτίζει ν' αναχωρούμε από το εξομολογητήριο όχι με πρόσθετες αμαρτίες. Παρουσιάζοντας ακόμη και εκεί προφάσεις και δικαιολογίες για τον καλό εαυτό μας και τον κακό κόσμο....
       Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης στον ωραιότατο λόγο του περί μετανοίας μεταξύ άλλων γράφει χαρακτηριστικά, εμπνευσμένα και θεοχαρίτωτα: Γνωρίζω ότι εις όσους παλαίουν κατά της αμαρτίας, ο Κύριος χαρίζει όχι μόνον την άφεσιν αλλά και την χάριν του Αγίου Πνεύματος, η οποία χαροποιεί και πληροί την ψυχήν με βαθείαν και γλυκείαν ειρήνην... Δεν υπάρχει μεγαλύτερον θαύμα από το να αγαπά τις τον αμαρτωλόν εις την πτώσιν του. Τον άγιον είναι εύκολον να αγαπάς - είναι άξιος... Χαίρει ο Κύριος επί τη μετανοία των ανθρώπων. Και όλαι αι ουράνιαι δυνάμεις αναμένουν, όπως και ημείς απολαύσωμεν της γλυκύτητος της αγάπης του Θεού και ίδωμεν το κάλλος του προσώπου Αυτού... Δόξα τω Κυρίω, ότι έδωκεν εις ημάς την μετάνοιαν, και διά της μετανοίας σωζόμεθα πάντες ημείς, άνευ εξαιρέσεως. Δεν θα σωθούν μόνο οι μη μετανοούντες... Σημείον της αφέσεως των αμαρτιών είναι ότι εμίσησαν την αμαρτίαν... Ας ταπεινωθώμεν, ίνα διά της μετανοίας αποκτήσωμεν ελεητικήν καρδίαν και τότε θα ίδωμεν την δόξαν του Κυρίου... Όστις μετανοεί αληθώς, ούτος είναι έτοιμος να υπομένη κάθε θλίψιν... Εις τον ελεήμονα ο Κύριος παρευθύς συγχωρεί τα αμαρτήματα... Θα ηυχόμην να μάθω μόνον την ταπείνωσιν και την αγάπην του Χριστού, ώστε ουδένα να προσβάλλω, αλλά να προσεύχωμαι δι' όλους, ως δι' εμαυτόν....
       Ταπεινώς φρονώ ότι οι λόγοι αυτοί του αγίου Σιλουανού είναι συμπύκνωση όλων των προηγουμένων. Λησμονήστε, λοιπόν, αν θέλετε τα παραπάνω. Να θυμάσθε πάντα όμως ότι όποιος παλεύει κατά της αμαρτίας χαριτώνεται και ευλογείται από τον Θεό. Ν' αγαπάμε τον αμαρτωλό και να μισούμε την αμαρτία, όπως λέγει και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Χαρά λαμβάνει ο Θεός από τη μετάνοιά μας, χαρά αληθινή αισθανόμεθα τότε κι εμείς. Απόδειξη ότι μας συγχώρεσε ο Θεός είναι το μίσος κατά της αμαρτίας. Η συγχωρητικότητα είναι χαρακτηριστικό του αληθινά μετανοημένου.
       Εύχεσθε να συνεχίζουμε ελπιδοφόρα το ωραίο ταξείδι στα βαθειά νερά της μετανοίας, οδηγούμενοι στον εύδιο λιμένα της σωτηρίας μας από τον Σωτήρα και Λυτρωτή Κύριο, διά πρεσβειών πάντων των αγίων και της Θεοτόκου.

Η πιστή σύζυγος

-Γέροντα, μια γυναίκα την εγκατέλειψε ο άνδρας της, πήρε και το παιδί, και έχει σχέσεις με δυο άλλες γυναίκες. Με ρώτησε τι να κάνει.
-Να της πεις, όσο μπορεί, να κάνει υπομονή, προσευχή, και να φέρεται με καλοσύνη. Να περιμένει∙ να μη διαλύσει τον γάμο η ίδια. Κάποιος περιφρονούσε την γυναίκα του, την κακομεταχειριζόταν, και αυτή τα αντιμετώπιζε όλα με υπομονή και καλοσύνη, μέχρι που πέθανε σχετικά νέα. Όταν έκαναν την εκταφή της, βγήκε από τον τάφο μια ευωδία. Απόρησαν όσοι βρίσκονταν εκεί. Βλέπετε, αυτή, αντιμετώπιζε τα πάντα με υπομονή σ’ αυτήν την ζωή, γι’ αυτό δικαιώθηκε στην άλλη ζωή.
Έχω υπ’ όψιν μου και μια άλλη περίπτωση. Ένα κοσμικό παιδί είχε συμπαθήσει μια κοπέλα που ζούσε πνευματικά. Για να τον συμπαθήσει και η κοπέλα, προσπαθούσε να ζει κι αυτός πνευματικά, εκκλησιαζόταν κλπ. Τελικά παντρεύτηκαν. Μετά όμως από χρόνια εκείνος άρχισε πάλι την κοσμική ζωή. Ενώ είχαν και μεγάλα παιδιά – ένα αγόρι στο πανεπιστήμιο και δυο κοπέλες, μια στο λύκειο και μια στο γυμνάσιο – αυτός συνέχιζε να ζει άσωτα. Είχε μια μεγάλη επιχείρηση και έβγαζε πολλά χρήματα, αλλά τα περισσότερα τα ξόδευε με την άσωτη ζωή του. Η καημένη η σύζυγος του κρατούσε το σπίτι με την οικονομία που έκανε και τα παιδιά της με τις συμβουλές της. Δεν κατηγορούσε τον πατέρα τους, για να μην τον σιχαθούν και τραυματισθούν, αλλά και για να μην παρασυρθούν. Τα βράδια που γύριζε αργά, εύκολα τον δικαιολογούσε, λέγοντας στα παιδιά ότι έχει δουλειές, αλλά το μεσημέρι που πήγαινε στο σπίτι με κάποια φιλενάδα του, τι να έλεγε; Γιατί, τι έκανε ο αθεόφοβος αυτός άνθρωπος; – αν και δεν αξίζει να τον λέει κανείς άνθρωπο, επειδή δεν είχε καθόλου ανθρωπιά. Τηλεφωνούσε στην γυναίκα του να του ετοιμάσει τα φαγητά που επιθυμούσε και ερχόταν το μεσημέρι με κάποια από τις φιλενάδες του για φαγητό. Η καημένη η μάνα, για να μην μπουν σε άσχημους λογισμούς τα παιδιά της, τους καλοδεχόταν. Έδινε την εντύπωση ότι είναι δική της φίλη και πέρασε ο σύζυγος της από το σπίτι της και την έφερε στο σπίτι τους με το αυτοκίνητό του. Έστελνε με τρόπο τα παιδιά στα δωμάτιά τους, για να διαβάσουν, γιατί φοβόταν μήπως δουν καμιά άσχημη σκηνή, επειδή δυστυχώς αυτός δεν πρόσεχε, αλλά ασχημονούσε και μέσα στο σπίτι. Αυτό γινόταν κάθε μεσημέρι και κάθε τόσο της κουβαλούσε και άλλο πρόσωπο. Αφού τα παιδιά έφτασαν να λένε στην μητέρα τους: «Πόσες φίλε έχεις, μαμά;». «Γνωριζόμασταν από παλιά», τους έλεγε εκείνη. Εν τω μεταξύ αυτός την είχε την καημένη χειρότερα και από υπηρέτρια, διότι της φερόταν με πολλή βαρβαρότητα. Σκεφθείτε τώρα, αυτή η μάνα κάθε μέρα να υπηρετεί δυο κτήνη, που ατίμαζαν το σπίτι, και να βάζει συνέχεια καλούς λογισμούς στα παιδιά της. Και δεν είναι ότι ήξερε πως το θέμα αυτό θα λήξει έπειτα από ένα διάστημα, ώστε να πει: «θα κάνω υπομονή» και να έχει και λίγη παρηγοριά. Αυτή η κατάσταση συνεχίστηκε αρκετά χρόνια. Επειδή όμως είχε δώσει ο ταλαίπωρος πολλά δικαιώματα στον διάβολο, επόμενο ήταν να δέχεται φοβερές δαιμονικές επιδράσεις. Ήταν σαν τρελός, δεν ήλεγχε τον εαυτό του, όλα του έφταιγαν. Μια μέρα λοιπόν, όπως έτρεχε με το αυτοκίνητό του, καθώς ήταν μεθυσμένος από την σαρκική μέθη, ξέφυγε από τον δρόμο και έπεσε σε έναν γκρεμό. Το αυτοκίνητο διαλύθηκε και αυτός τραυματίστηκε σοβαρά. Τον μετέφεραν στο νοσοκομείο και ύστερα από μια σχετική νοσηλεία τον πήγαν στο σπίτι σακατεμένο. Καμιά φιλενάδα του δεν τον πλησίασε, γιατί δεν είχε πια ούτε πολλά χρήματα, αλλά και το πρόσωπό του ήταν παραμορφωμένο. Η καλή σύζυγος όμως και καλή μάνα τον περιποιόταν με πολλή καλοσύνη, χωρίς να του θυμίζει τίποτε από την άσωτη ζωή του. Αυτό πολύ τον συγκλόνισε και τον αλλοίωσε πνευματικά. Μετανόησε ειλικρινά, ζήτησε και εξομολογήθηκε, έζησε λίγα χρόνια χριστιανικά, με εσωτερική ειρήνη, και αναπαύθηκε εν Κυρίω. Μετά τον θάνατό του το αγόρι ανέλαβε την δουλεία του και συντηρούσε την οικογένεια. Ζούσαν αγαπημένα τα παιδιά, γιατί είχαν πάρει καλές αρχές από την καλή μάνα. Αυτή η μάνα ήταν ηρωίδα. Ήπιε όλα τα φαρμάκια, για να μη διαλυθεί η οικογένειά της και πικραθούν τα παιδιά της, κράτησε την οικογένεια σωστά, έσωσε και τον άντρα της, αποταμίευσε και αυτή ουράνιο μισθό. Ο Θεός αυτήν την γυναίκα θα την βάλει στην καλύτερη θέση στον Παράδεισο.

Συναίσθηση αμαρτίας και μετάνοια

Το μυστήριο της μετάνοιας μάς κάνει να κλαίμε για τις αμαρτίες μας.
Αν ο άνθρωπος στην εξομολόγησή του δεν αισθάνεται συντριβή, μπορεί να συγχωρούνται οι αμαρτίες του;
Μπορεί! Συγχωρούνται. Οπωσδήποτε συγχωρούνται.
Όμως. Το να λέω “είμαι αμαρτωλός”, το να συμφωνώ ότι η αμαρτία είναι “αμαρτία”, και το να παραδέχομαι ότι “αμάρτησα”, έστω και σε κάτι, δε σημαίνει ότι αξιώθηκα να βλέπω τις αμαρτίες μου.
Η ομολογία της αμαρτίας είναι η αρχή. Η συντριβή είναι το τέλος. Η απόσταση ανάμεσα στα δύο είναι μεγάλη.
Ο νους μας το καταλαβαίνει εύκολα, ότι αυτό που κάναμε ήταν ανοησία. Και η συνείδηση το ξεκαθαρίζει, ότι είμαι αμαρτωλός. Λέγοντάς το, δεν κοροϊδεύουμε κανέναν. Γιατί πράγματι αυτό που κάναμε το θεωρούμε αμαρτία.
Όμως η συνείδησή μας δε μας “βασανίζει”. Η καρδιά μας δεν αισθάνεται γι’ αυτό που κάναμε, ούτε συντριβή, ούτε ντροπή. Ποιος μπορεί να μας “πάρει” αυτή την αμαρτία, που την κάναμε, αλλά δεν την συναισθανόμαστε;
Κανένας άλλος. Μόνο η Εκκλησία. Μόνο ένας ιερέας, στον οποίο δόθηκε αυτή η εξουσιοδότηση.
Οι εχθροί της Ορθοδοξίας λένε: Αν ο άνθρωπος αισθανθεί συντριβή για τις αμαρτίες του, δεν μπορεί ο Κύριος να τον συγχωρήσει και χωρίς μεσολάβηση ιερέα; Τι μας χρειάζεται η εξομολόγηση;
Σωστά! Ο Κύριος είναι Εκείνος που συγχωρεί τους μετανοούντες. Ποιος όμως θα τολμήσει ποτέ να πει, ότι η μετάνοιά του είναι σωστή και πλήρης; Ποιος θα τολμήσει να πει: ότι αξιώθηκε και είδε τις αμαρτίες του;
Αλλά αν αυτό δεν τολμάει να το πει, πώς θα τολμήσει να πει, ότι πήρε συγχώρηση, χωρίς τη μεσολάβηση της Εκκλησίας;
  • Είμαστε αδύναμοι και στη ζωή μας! Και γι’ αυτό αμαρτάνουμε.
  • Εϊμαστε αδύναμοι και στη μετάνοια. Και γι’ αυτό έχουμε χρέος να εξομολογούμαστε στην Εκκλησία. Και τότε, βλέποντας ο ιερέας, ότι εμείς το παραδεχόμαστε ότι είμαστε αμαρτωλοί, παρ’ όλη τη φτώχεια της μετάνοιάς μας, μας συγχωρεί για τις αμαρτίες μας.
Και αυτό γίνεται, για να μη μας κόβουν οι αμαρτίες μας το δρόμο προς τη σωτηρία. Με την εξουσία που του δόθηκε, ο ιερέας “αίρει”, δηλ. εξαφανίζει την αμαρτία μας. Μας επιτρέπει να προσέλθουμε στο Άγιο Ποτήριο. Και μας καταλλάσσει, δηλαδή μας συνάπτει και μας ενώνει με την αγία Εκκλησία.
Ήλθες στο ιατρείο! Δεν κάνει να φύγεις ανίατος!
Η Εκκλησία περιμένει. Αλλά και προτρέπει τον αμαρτωλό, να σπεύσει να πληρώσει τα χρέη του, γιατί αυτή η πληρωμή αυξάνει τη μετάνοια. Δε στερεί εκείνους που έχουν αδύναμη μετάνοια από τη χάρη και από τη δύναμη της Θείας Κοινωνίας, που ξεριζώνει τα αγκάθια και ζιζάνια των αμαρτιών μας. Και παίρνει επάνω της ενώπιον Κυρίου την ευθύνη για τη μελλοντική μας ανάπτυξη και ωρίμανση.
Και έτσι, στο μυστήριο της εξομολόγησης και στο μυστήριο της θείας Κοινωνίας, εκείνος που κάνει αγώνα προσευχής καταλαβαίνει, ότι πρέπει να απαλλαγεί από την αυτοδικαίωση, που είναι γέννημα και επακόλουθο των παθών μας.

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: «Η ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΜΕΤΑΝΟΙΑ»


  Υπάρχει μετάνοια χωρίς τήν προαίρεση μας; - Ναί, είναι η αναγκαστική μετάνοια. Σου ζητάω δηλαδή νά μέ συγχώρεσης γιά ένα κακό πού σου έκανα, γιά νά γλυτώσω άπό τίς συνέπειες, άλλά εσωτερικά δέν αλλάζω. Ό διαβολεμένος άνθρωπος κάνει δήθεν ότι μετάνοιωσε καί πηγαίνει μέ πονηριά, βάζει μετάνοιες μέ προσποιητή καλωσύνη, γιά νά πλανέση τούς άλλους. Άλλά καί τό νά πάη κανείς νά πή τίς αμαρτίες του στόν πνευματικό, γιατί φοβάται μήπως πάη στήν κόλαση, καί αυτό δέν είναι μετάνοια.
Γιατί δέν είναι ότι μετανοεί γιά τίς αμαρτίες του, άλλά τό θέμα είναι νά μήν πάη στήν κόλαση! Μετάνοια πραγματική είναι πρώτα νά συναισθανθή ό άνθρωπος τό σφάλμα του, νά πονέση, νά ζητήση συγχώρεση άπό τόν Θεό καί μετά νά έξομολογηθή. Έτσι θά έρθη ή θεία παρηγοριά. Γι' αυτό πάντα συνιστώ μετάνοια καί εξομολόγηση. Μόνον εξομολόγηση ποτέ δέν συνιστώ.
Νά, καί όταν γίνεται ένας σεισμός, βλέπει κανείς ότι όσοι έχουν καλή προαίρεση συγκλονίζονται, μετανοούν καί αλλάζουν ζωή. Οί άλλοι, οί περισσότεροι, έρχονται προς στιγμήν σέ συναίσθηση, μόλις όμως περάση ό κίνδυνος, πάλι γυρίζουν στήν παλιά τους ζωή. Γι' αυτό, όταν μου είπε κάποιος ότι στήν πόλη πού μένει έγινε δυνατός σεισμός, του είπα: Σας κούνησε δηλαδή γερά σας ξύπνησε όμως;. Μάς ξύπνησε, μάς ξύπνησε, μου λέει. Πάλι όμως θά κοιμηθήτε, του είπα.